Η μελέτη παρατήρησης επικεντρώθηκε σε 100 ασθενείς που διαγνώστηκαν θετικοί στον κορωνοϊό την περίοδο μεταξύ του Απριλίου του 2020 και του Οκτωβρίου του ίδιου χρόνου στην πόλη  Raleigh της Βόρειας Καρολίνα των ΗΠΑ, ενώ συνολικά αφορούσε σε 208 μέλη της κάθε οικογένειας, τα οποία κατοικούσαν στο ίδιο σπίτι με τους αρχικά νοσούντες από κορωνοϊό.

Οι ερευνητές εξέτασαν τα μέλη των νοικοκυριών εβδομαδιαίως με PCR μοριακό τεστ κορωνοϊού και για περίοδο τριών εβδομάδων έπειτα από τον εντοπισμό του αρχικού κρούσματος ή με τεστ αντισωμάτων την τέταρτη βδομάδα. Εκτός από τα 73 μέλη των νοικοκυριών που είχαν διαγνωστεί θετικά στον κορωνοϊό, το ποσοστό της δευτερογενούς νόσησης ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας ανήλθε στο 32%.

Παρόλα αυτά, οι ερευνητές θεωρούν ότι το ποσοστό αυτό ήταν ακόμα μεγαλύτερο εξηγώντας ότι: «Κάποιες φορές ελέγχαμε τα μέλη των οικογενειών 4 ή 5 μέρες μετά την εκδήλωση των αρχικών συμπτωμάτων από το πρώτο κρούσμα, κάτι που σημαίνει ότι μέχρι εκείνη τη στιγμή πολλά μέλη του νοικοκυριού είχαν ήδη μολυνθεί. Αλλά επειδή αυτό συνέβη πριν φτάσουμε εκεί, δεν μπορούσαμε να την συμπεριλάβουμε στα δεδομένα μας» σημειώνει η Jessica Lin, MD, ανώτερη συγγραφέας της μελέτης και επίκουρη καθηγήτρια στο Τμήμα Ιατρικής του Πανεπιστήμιου της Βόρειας Καρολίνας, στο Τμήμα Λοιμωδών Νοσημάτων.

Δεν είχε έρθει ακόμα η μετάλλαξη Δέλτα

Αξίζει να σημειωθεί ότι η μελέτη διεξήχθη πριν από την έλευση της ακόμα μεταδοτικότερης τους αρχικού στελέχους μετάλλαξης Δέλτα, με την Jessica Lin να εκτιμά ότι το ποσοστό των τωρινών άτομων που μολύνονται σε δεύτερο χρόνο είναι υψηλότερο.

Η συγκεκριμένη μελέτη εξέτασε επίσης και το πώς επηρέασε ο αριθμός των ατόμων που συγκατοικούσαν τη διασπορά του ιού σε κάθε νοικοκυριό, καθοριστικός παράγοντα της ενδοοικογενειακής μετάδοσης.

Μάλιστα το 44% των νοικοκυριών της μελέτης ήταν λατινοαμερικανικής καταγωγής ή μέλη κάποιων άλλων μειονοτήτων. Αυτό που παρατηρήθηκε είναι ότι σε αυτά τα νοικοκυριά συγκατοικούσαν περισσότερα μέλη και συνεπώς ο κίνδυνος της δευτερογενούς μετάδοσης ήταν μεγαλύτερος.

Υπάρχει όμως τρόπος αντιμετώπισης; Το μόνο σωτήριο μέσο που επισημαίνει και η Jessica Lin ενάντια στην ενδοοικογενειακή μετάδοση δεν είναι άλλο από τον εμβολιασμό καθώς δημιουργείται μια ασπίδα προστασίας ανάμεσα στα άτομα, εκμηδενίζοντας τη δευτερογενή μετάδοση. Μάλιστα, τονίζει ότι ακόμα κι αν μόλις ένα άτομο έχει εμβολιαστεί, μπορεί να κάνει τη διαφορά, ειδικά ένα πρόκειται για το πρώτο κρούσμα μέσα στην οικογένεια. Ένα εμβολιασμένο άτομο έχει ιδιαίτερα χαμηλό ιικό φορτίο, με αποτέλεσμα να είναι ακόμα πιο δύσκολη η ενδοοικογενειακή μετάδοση.

(Πηγή:ygeiamou.gr)