Αφηγήσεις και μαρτυρίες  για τα έργα και τις ημέρες του Βασίλη Παλαιοκώστα συμπυκνώνονται σε οκτώ επεισόδια της σειράς podcast «Outlaws – The Good Thief», το πρώτο από τα οποία κυκλοφόρησε μόλις στις 12 Ιουλίου και κατάφερε να κατακτήσει με μιάς την κορυφή της ακροαματικότητας σε Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής και Ευρώπη.

Πρόκειται για μια ιστορία βγαλμένη από τη ζωή γεμάτη παρανομίες, καταδιώξεις, αποδράσεις, δεξιοτεχνικές μεταμφιέσεις και μπόλικους θρύλους γύρω από το όνομα του βασικού πρωταγωνιστή της, έχει δηλαδή απαράμιλλη μαγιά για virality.
Εκείνο όμως που την κάνει πραγματικά ακαταμάχητη είναι το γεγονός ότι ο Βασίλης Παλαιοκώστας παραμένει άφαντος εδώ και 5.264 ημέρες, από τις 22 Φεβρουαρίου 2009, όταν και απέδρασε για δεύτερη φορά από αέρος (με ελικόπτερο) από τις Φυλακές Κορυδαλλού και είναι επικηρυγμένος από τη Europol για 1 εκατ. ευρώ.

 

Οι παραγωγοί και ο Έλληνας μάνατζερ

Την παραγωγή του podcast για τον «Καλό Ληστή» Παλαιοκώστα υλοποίησε η αμερικανική εταιρεία Kaleidoscope, δημιουργοί της οποίας είναι ο βραβευμένος με Emmy δημοσιογράφος Οζ Γούλοσιν, ο πρώην Senior Vice President της iHeartMedia Μανγκές Χατικουντούρ και η πρώην αντιπρόεδρος του Vice Media Group Κέιτ Οσμπορν.

Η προϋπηρεσία και η εμπειρία τους σε μεγάλους και έγκριτους δημοσιογραφικούς οργανισμούς προϊδεάζει για την αρτιότητα του αποτελέσματος, αλλά και την ενδελεχή έρευνα που έχει προηγηθεί. Αλλωστε και μόνο οι 20 μήνες που χρειάστηκαν για την ολοκλήρωση του ηχητικού ντοκιμαντέρ είναι ενδεικτικοί της σοβαρότητας με την οποία προσέγγισε το θέμα η ομάδα παραγωγής αλλά και των εγγενών δυσκολιών του.

Πώς όμως τα έργα και οι ημέρες του Βασίλη Παλαιοκώστα, ενός διαβόητου ληστή από τις εσχατιές των Βαλκανίων, έφτασαν στα αυτιά της αμερικανικής ομάδας; Για τις… συστάσεις ευθύνεται ένας Ελληνας ο οποίος εργάζεται ως επικεφαλής επιχειρηματικών υποθέσεων στην Kaleidoscope.

Ο Κωνσταντίνος Λινός ήταν εκείνος που έριξε στο τραπέζι την ιδέα και το όνομα του υπ’ αριθμόν ένα καταζητούμενου στην Ελλάδα. Οι συνεργάτες του, ειδικά όταν έμαθαν για τις δύο αποδράσεις-καρμπόν από τις Φυλακές Κορυδαλλού το 2006 και το 2009, δεν είχαν άλλη επιλογή από απλώς να ιχνηλατήσουν στα βήματα του εξαφανισμένου από προσώπου γης εγκληματία.

Η πρώτη ερώτηση όταν έχεις απέναντί σου έναν άνθρωπο που συμμετείχε στο εν λόγω ηχητικό ντοκιμαντέρ είναι εάν η ομάδα κατάφερε να εντοπίσει και να μιλήσει με τον ίδιο τον Βασίλη Παλαιοκώστα. «Τον ψάχνουμε κι εμείς», λέει ο Κωνσταντίνος Λινός. «Δεν τον βρήκαμε. Ομως έχουμε εντοπίσει πολλούς συνεργούς του – και βέβαια έχουμε μιλήσει με ανθρώπους που τον καταδιώκουν από την Αστυνομία και την Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία».

Η συγκλονιστική αφήγηση για τις ληστείες

Ήταν μια συνηθισμένη μέρα στο κέντρο των Ιωαννίνων. Αρχές Νοεμβρίου. Είχε συννεφιά και ψιλόβροχο, το πρώτο φως πάλευε να αντιταχθεί στην καταχνιά και η πόλη ξυπνούσε ράθυμα για την τελευταία εργάσιμη ημέρα πριν από το Σαββατοκύριακο.
Δύο νεαροί άνδρες με συνοδηγό τους ένα κουτάβι διέσχισαν με το αυτοκίνητό τους τη λεωφόρο Δωδώνης, με άλλα λόγια τον κεντρικό δρόμο της πόλης, και στάθμευσαν λίγο μετά το δικαστικό μέγαρο. Αφησαν τον σκύλο στο αυτοκίνητο, αφού δεν είχαν σκοπό να καθυστερήσουν, κλείδωσαν πόρτες και παράθυρα και ξεκίνησαν να κινούνται προς το κέντρο των Ιωαννίνων.Φορούσαν στολές παραλλαγής και φαίνονταν οπλισμένοι, όμως η εικόνα τους κάθε άλλο παρά ξένιζε, προβλημάτιζε ή σόκαρε όσους τους συναντούσαν. Στα τέλη του 1991 πλήθος στρατιωτικών δυνάμεων είχε εγκατασταθεί στην πρωτεύουσα της Ηπείρου λόγω της εμπόλεμης κατάστασης στην πρώην Γιουγκοσλαβία, οπότε το θέαμα δύο οπλοφόρων ανδρών ήταν μάλλον σύνηθες.
Οι δύο αξιωματούχοι έφτασαν έξω από το κατάστημα της Εμπορικής Τράπεζας λίγο πριν από τις 8 και περίμεναν στωικά το άνοιγμά του. Ηταν οι πρώτοι πελάτες της ημέρας. Με το άνοιγμα του υποκαταστήματος ο ένας κατευθύνθηκε προς το ταμείο, ενώ ο δεύτερος στάθηκε μπροστά στην κυλιόμενη είσοδο κραδαίνοντας ένα υποπολυβόλο Uzi. «Ληστεία!» είπαν. Η τύχη ήταν με το μέρος τους αφού το χρηματοκιβώτιο όχι μόνο ήταν γεμάτο αλλά και ανοιχτό.
Ο ταμίας ξεκίνησε να γεμίζει βιαστικά την τσάντα που είχε τοποθετήσει μπροστά του ο ένας, ο πιο μικρόσωμος το δέμας, ένοπλος. Ενώ με κεκτημένη ταχύτητα και σπουδή ετοίμαζε τη λεία, διαπίστωσε πιθανότατα με τρόμο πως η τσάντα δεν χωρούσε άλλες δεσμίδες χαρτονομισμάτων.Το είπε στον ληστή, που περίμενε μάλλον ήρεμος και χαλαρός στην άλλη πλευρά του ταμείου. «Μη φοβάσαι, δεν είμαστε άπληστοι», του απάντησε με περίσσευμα αυτοσαρκασμού και coolness παράταιρο για την οριακή κατάσταση που λογικά δημιουργεί το πλιάτσικο σε ένα χρηματοπιστωτικό ίδρυμα.
Οι δύο στρατιωτικοί, που τελικά δεν ήταν τίποτα παραπάνω από δύο αριστοτεχνικά μεταμφιεσμένοι αλλά και μεθοδικά προετοιμασμένοι ληστές, έφυγαν τελικά ανενόχλητοι από την τράπεζα, χωρίς να χύσουν στάλα ιδρώτα, πήραν το αυτοκίνητό τους και χάθηκαν μαζί με το κατοικίδιό τους στα βουνά της Πίνδου.

Η φήμη για τον “Καλό ληστή»

Αυτή είναι μόλις μία από τις δεκάδες μυθιστορηματικής κοπής ιστορίες που ακολουθούν τον Βασίλη Παλαιοκώστα σαν το πιστό κουτάβι του.

Πρόκειται για τη ληστεία που διέπραξε μαζί με τον μέντορα και καθοδηγητή του Κώστα Σαμαρά στις 8 Νοεμβρίου του 1991 στα Γιάννενα με λεία 24 εκατ. δραχμές, λίγους μόλις μήνες πριν από τη θρυλική πια κλοπή στην Εθνική Τράπεζα της Καλαμπάκας τον Ιούνιο του 1992.

Θα μπορούσε να πει κανείς ότι ήταν απλώς προετοιμασία ή η προθέρμανση για τη μεγαλύτερη ληστεία χρηματοπιστωτικού ιδρύματος στα ελληνικά χρονικά, εκείνη που έμελλε να καταγραφεί ως magnum opus στο ποινικό μητρώο του διάσημου Τρικαλινού ληστή χάρη στα 125 εκατ. δραχμές που του απέφερε, αλλά και στο γεγονός ότι το αστυνομικό τμήμα της περιοχής δεν ήταν ούτε ένα τσιγάρο δρόμος από τον τόπο του εγκλήματος.

Θρύλοι για φιλανθρωπίες και παροχές

Είναι ευρέως διαδεδομένος ο θρύλος ότι αφού η ομάδα του Παλαιοκώστα έκλεψε ένα φορτηγάκι μάρκας Nissan και το χρησιμοποίησε μετά τη διαφυγή της από τη μεγάλη ληστεία στην Καλαμπάκα, το επέστρεψε λίγες ημέρες αργότερα στον κάτοχό του όχι μόνο πλυμένο και γυαλισμένο, αλλά και με 150.000 δραχμές κρυμμένες κάτω από το πατάκι του οδηγού.

Λέγεται μάλιστα ότι στη συγκεκριμένη ληστεία, στην οποία συνεργοί ήταν ο Νίκος Παλαιοκώστας και ο καθοδηγητής των δύο αδελφών Κώστας Σαμαράς, ο Βασίλης έκανε καλαμπούρια με τους πελάτες της τράπεζας, οι οποίοι του εύχονταν «καλοφάγωτα και σε καλή μεριά», ενώ είναι γνωστό ότι κατά τη φευγιό τους οι τρεις ληστές πετούσαν πίσω τους χαρτονομίσματα εν είδει τρολιάς.

Τι τρολιά όμως! Αξίας περίπου 90 εκατ. δραχμών. Επιπλέον, διακινείται έντονα η φήμη ότι με τα χρήματα που αποκόμισε από τις ληστείες και τις δύο απαγωγές -των βιομηχάνων Αλέξανδρου Χαΐτογλου τον Δεκέμβριο του 1995 και Γιώργου Μυλωνά τον Ιούνιο του 2008- ο Βασίλης Παλαιοκώστας προίκιζε φτωχές συντοπίτισσές του και βοηθούσε πολίτες σε ανάγκη.

Ναι, αυτές είναι μόνο μερικές από τις αμέτρητες αφηγήσεις που έχουν κάνει πολλούς να θεωρούν τον Βασίλη Παλαιοκώστα έναν σύγχρονο Ρομπέν των Δασών. Πάντως, ο κ. Λινός διευκρινίζει ότι η ομάδα του δεν κατάφερε να βρει και να μιλήσει με κανέναν από τους άμεσα ευεργετηθέντες από τον ληστή, παρά μόνο φίλους φίλων και γνωστούς γνωστών που ισχυρίζονται ότι βοηθήθηκαν από εκείνον.

Σε κάθε περίπτωση, πολλοί τον θεωρούν καλό κλέφτη, έναν άγιο που κατέβαινε κάθε τόσο από τα βουνά της ιδιαίτερης πατρίδας του, τα οποία γνωρίζει όσο λίγοι, στα εγκόσμια για να πάρει από τους έχοντες και να μοιράσει τη λεία του στους αναξιοπαθούντες.

Αυτός εξάλλου είναι και ο τίτλος του ήδη διάσημου podcast, τον οποίο ο κ. Λινός προτείνει να εκλάβουμε μόνο ως κυριολεξία.

«Μπορούμε να συμφωνήσουμε όλοι σε ένα πράγμα: ότι κυριολεκτικά είναι καλός στο να κλέβει. Το αν μπορεί κάποιος να είναι και καλός αλλά και κλέφτης έχει ένα ερωτηματικό. Και με τον τίτλο και με τον τρόπο που έχουμε γράψει τη σειρά θέλουμε να προσελκύσουμε ακροατές, αλλά δεν προσπαθούμε ούτε να μυθοποιήσουμε, ούτε να καταδικάσουμε αυτόν τον άνθρωπο.

Μάλλον θέλουμε να προσφέρουμε στους ακροατές μια συναρπαστική ιστορία. Ο καθένας μπορεί να βγάλει τα συμπεράσματά του».

 

Ο… καλλιτέχνης Κώστας Σαμαράς

Είναι πάντως  ενδιαφέρον να ακούει κανείς τον Κώστα Σαμαρά στο ένα από τα δύο επεισόδια που έχουν ήδη κυκλοφορήσει να εξιστορεί με το νι και με το σίγμα τον τρόπο δράσης της ομάδας.

Ο «καλλιτέχνης», όπως ήταν γνωστός ο Σαμαράς στα χρόνια της δράσης του εξαιτίας των καλλιτεχνικών ανησυχιών του, αλλά και της ενασχόλησής του με τις γραφικές τέχνες, οι οποίες του ήταν παραπάνω από χρήσιμες όταν κατάστρωνε στο χαρτί τα σχέδια δράσης της ομάδας, δέχτηκε να μιλήσει στην ερευνητική ομάδα της Kaleidoscope, ενώ, όπως εξιστορεί η δημοσιογράφος που τον συνάντησε, της ζήτησε ευγενικά να μεταφέρει την εγγονή του από την Αθήνα στα Τρίκαλα, όπου εκείνος ζει, για να τη συναντήσει επ’ ευκαιρία.

Ο δάσκαλος του Βασίλη Παλαιοκώστα, ο οποίος έχει με γενναιοδωρία παραδεχτεί πως ο μαθητής του κατάφερε να τον ξεπεράσει, τον μύησε στα βαθιά της παρανομίας, τον συνέδραμε σε πολλές ληστείες και μάλλον του μεταλαμπάδευσε τεχνογνωσία για τις αποδράσεις, αν κρίνει κανείς από το γεγονός ότι ο Σαμαράς έχει πέντε στο ενεργητικό του – έχει αποδράσει από κρατητήρια, φυλακές, ακόμα και από κλούβα στη διάρκεια μεταγωγής του.

Μάλιστα το 1999 ο «δάσκαλος» κατέγραψε τη ζωή και τη δράση του στο βιβλίο «Καταζητείται» (επανεκδόθηκε το 2018), το οποίο ο Βασίλης Μπισμπίκης είχε προτείνει για τηλεοπτική μεταφορά προ δεκαετίας, έχοντας φανταστεί τον εαυτό του στον ρόλο του γνωστού παράνομου.