Μια σειρά από τελευταία περιστατικά ακραίας βίας στην Ελλάδα έρχεται να συγκλονίσει την κοινή γνώμη, να την εξοργίσει και να την οδηγήσει σε συλλογισμούς και προβληματισμούς για το που πάει η ελληνική κοινωνία και αν μπορεί να διατηρηθεί γύρω μας ένα περιβάλλον ανομίας, αυθαιρεσίας και ασυδοσίας, που έχει μερικές φορές τραγικά αποτελέσματα.

 

Γράφει ο Νίκος Δημαράς

Η αίσθηση της ατιμωρησίας ή της επιβολής μικρών ποινών κάνει πολλούς να νομίζουν ότι μπορούν να παρανομούν εν ψυχρώ.

  • Ένας, εν μέσω πανδημίας,  βάζει 1.000 άτομα στο παραλιακό μαγαζί με το σκεπτικό: “Τι θα μου κάνουν μωρέ; Θα μου βάλουν 20.000 ευρώ πρόστιμο; Και λοιπόν; Τα βγάζω σε μια βραδιά…”
  • Ο άλλος περνάει με κόκκινο και λέει “σιγά μη με δούν…” Ακόμη και αν προκαλούσε θανατηφόρο τροχαίο μπορεί να έλεγε : ” Ε, και τι θα γίνει; Θα φάω δύο – τρία χρονάκια με αναστολή…”
  • Ένας άλλος πάνω σε μηχανή σταματάει στα νότια προάστια της Αθήνας δίπλα σε έναν επιχειρηματία και τον εκτελεί με τρεις σφαίρες στο κεφάλι. Μπαμ και κάτω.
  • Το ίδιο κάνει και ένας ακόμη στη Ζάκυνθο. Σταματάει δίπλα σε τοπικό επιχειρηματία, βγάζει το πιστόλι και σκοτώνει επί τόπου τη σύζυγο, ενώ τραυματίζει τον 53χρονο άντρα της.

Ξεκαθάρισμα λογαριασμών, λέει η αστυνομία. Και το θέμα κλείνει.

  • Η άλλη από χωριό της Αμφιλοχίας παρακολουθεί με σατανική μεθόδευση την ερωτική “αντίζηλο” και της ρίχνει βιτριόλι στα μούτρα, αφήνοντας άναυδη όλη την Ελλάδα.
  • Και μια άλλη κοκκινομάλα αρπάζει ένα κοριτσάκι 10 χρονών έξω από σχολείο της Τούμπας, σκορπώντας αναστάτωση και φρίκη επί δύο μέρες σε όσους μπορούν να φανταστούν τι θα υποστεί αυτή η αθώα παιδική ψυχή, έστω και αν δεν έχει πέσει θύμα επαγγελματιών απαγωγέων.Το ότι δόθηκαν πληροφορίες το πρωί του Σαββάτου ότι η μικρή βρέθηκε στην οδό Θ. Σοφούλη μπορεί μεν να σκόρπισε σε όλους χαρά, αλλά δεν αναιρεί το άδικο της πράξεως.

Θα μπορούσα να απαριθμήσω και πολλά άλλα, καθημερινά της ανομίας και της παρανομίας. Πιάνουν αίφνης επ΄αυτοφώρω οι αστυνομικοί δύο νεαρούς να βάζουν φωτιά στην είσοδο της οικοδομής του πρώην υπουργού Δ. Σταμάτη στην Καλαμαριά, τους οδηγούν στον ανακριτή με πλήθος κατηγοριών και δύο κακουργήματα, αλλά μετά τις απολογίες τους οι κατηγορούμενοι αφήνονται ελεύθεροι. Δύο μέρες μετά πιάνει φωτιά μια άλλη οικοδομή από ανάλογη ενέργεια (γκαζάκια) και κινδυνεύει να καεί μια γυναίκα, ζητώντας βοήθεια από το μπαλκόνι.

Τι συμβαίνει λοιπόν; Μάλλον επικρατεί η αίσθηση της γενικής ατιμωρησίας ή της επιβολής χαμηλών ποινών. Ακόμα και στα πιο στυγερά εγκλήματα με ποινές ισοβίων δεσμών οι δράστες μετά από λίγα χρόνια αφήνονται ελεύθεροι, είτε με την έκτιση των δύο τρίτων, είτε με αγροτικά και διπλά μεροκάματα, είτε με ευνοϊκές διατάξεις, είτε με σοφίσματα δικηγόρων και “ευαίσθητων” κοινωνικών ομάδων.

Και ιδού τα αποτελέσματα.

Βέβαια το όλο θέμα της προστασίας της κοινωνίας, της τιμωρίας των κακοποιών και του σωφρονισμού των έχει απασχολήσει από αρχαιοτάτων χρόνων νομικούς και φιλοσόφους.

Ο ιστορικός – συγγραφέας Σαράντος Καργάκος σε μια εξαιρετική ανάλυση για την έννοια της ποινής και τον σωφρονισμό παραθέτει και τις δύο απόψεις:

1. Η τιμωρία θα πρέπει να αποβλέπει στον σωφρονισμό του δράστη, ώστε να μην επαναλάβει ανάλογες πράξεις και να δοθεί παράδειγμα σε άλλους να μην κάνουν το ίδιο. Εάν η οικογένεια δεν κατόρθωσε να δώσει στο άτομο μια σωστή αγωγή, εάν το σχολείο ή το ευρύτερο περιβάλλον του το επηρέασαν αρνητικά στον τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς κι αν, τέλος, κάποια δυσλειτουργία ορισμένων θεσμών ή κάποια δυσμενής συγκυρία σε συνάρτηση με κάποιους υποκειμενικούς παράγοντες στον τομέα των διαπροσωπικών σχέσεων, το οδήγησαν στο έγκλημα, οφείλει η πολιτεία, χρησιμοποιώντας το θεσμό της δικαιοσύνης, να επαναφέρει τον εγκληματία στην ευθεία και να τον προσανατολίσει σε κάποιες αξίες και να του εμπεδώσει κάποιες αρχές, πείθοντάς τον έτσι ν’ αποφύγει νέες παρεκτροπές.
2. Επιβολή ποινών ώστε να επικρατήσει το “ίνα δέος (φόβος) ένθα και αιδώς…” και έτσι να αποτρέπεται η εγκληματικότητα, διότι, όπως αναφέρει, η ατιμωρησία υποθάλπει το έγκλημα, γεννά ηθική παραλυσία κι εκτρέφει κάθε λογής αντικοινωνικές συμπεριφορές.

Όταν η πολιτεία δεν τιμωρεί, θ’ αρχίσουν να τιμωρούν οι πολίτες. Κι αυτό ούτε τον αδικήσαντα συμφέρει (είναι γνωστά τ’ αποτελέσματα του νόμου του Λιντς, ούτε τους αδικημένους (που εξομοιώνονται σε αγριότητα με τους αδικητές), ούτε φυσικά και την κοινωνία, γιατί ο νόμος της αυτοδικίας ξαναγυρίζει τον άνθρωπο στο νόμο της ζούγκλας.

Προσωπικά είμαι κάπου στη μέση ως προς το ύψος των ποινών, αν και η εμπειρία μου από ρεπορτάζ σε φυλακές βαρυποινιτών λέει ότι δεν επέρχεται σωφρονισμός. Μιλούσα με ένα ισοβίτη, που είχε σκοτώσει αστυνομικό. Τον ρώτησα αν ξαναγυρνούσε τον χρόνο πίσω και βρισκόταν στην ίδια κατάσταση τι θα έκανε; “Θα τον καθάριζα”, μου απάντησε.

Πέραν των άλλων όμως η σημερινή κοινωνία έχει ανάγκη από ευνομία και διαμόρφωση συνθηκών πολιτισμένης και ειρηνικής συνύπαρξης των ανθρώπων, είτε δια της παιδείας και της εν γένει μορφωτικής οδού, είτε δια της επιβολής του σεβασμού των κανόνων από την πολιτεία.