Απογοήτευση σηκώνει το θέαμα και ακρόαμα των κορωνοπάρτι αυτή τη δύσκολη περίοδο, που περάσαμε – ελπίζω για τελευταία φορά- στη χώρα μας.

Γράφει ο Νίκος Βολωνάκης

Απογοήτευση,όχι μόνο γιατί δεν είδα κανενός είδους διασκέδαση σ αυτές τις…παράνομες εκδηλώσεις ούτε κάποια εκφραστική ερμηνεία της πολύμηνης αποχής ούτε -μια έστω-
καταγγελία της βαρβαρότητας μεταξύ των δυο φύλων…Το πράγμα καθίσταται
ανησυχητικό..

Τουλάχιστον εδώ, στο χώρο του ΑΠΘ, μαζεύονταν κάθε βδομάδα χιλιάδες νεαρά
άτομα -πολλοί από αυτούς φοιτητές- και περνούσαν πέντε-έξι ώρες μαζί, χωρίς
να χορεύουν, παρά μόνο κουνούσαν τα χέρια τους, κουνούσαν τα κεφάλια τους
-εν είδει πιγκουίνου- και αυτό ήταν όλο. Ούτε μια αγκαλιά.Ούτε ένα σφίξιμο,ένα
αυθόρμητο σμίξιμο.Ούτε μια χειρονομία παραβατική… Τίποτα.

Λες και ήταν οργανωμένο από ξύλινα αποκαΐδια κομματικής νεολαίας, όπου
τα πάντα επιτρέπονται εκτός από τα γνωστά -για μας τους μεγαλύτερους-
που αφορούν τα αισθήματα, τον ρομαντισμό και την έκφραση τους.Όπως ένας
ταξιτζής προχθές το πρωί, ακούγοντας ένα τραγούδι του Νίκου Μαρούδα, έλεγε
“αυτός μάλιστα, ήταν καλύτερος από τον Μάριο Λαντσα, όχι οι σημερινές, οι
πατσαβούρες”…

Λίγο υπερβολική η διαπίστωση, αλλά στο βάθος χρόνου σωστή. Σήμερα, τι να
πρωτακούσουν οι νεαροί; Ευτυχώς που εργάζονται οι αναγνωρισμένοι. Όπως
ο Δημήτρης Παπαϊωάννου που επέστρεψε τροπαιοφόρος με το νέο έργο του
” Ink”.

Ο σημαντικός χορογράφος παρουσίασε μια παράσταση,στημένη σε δυο
ανδρικά σώματα,διαφορετικών γενεών,που παίζουν, συγκρούονται,συνδιαλέγονται
και ανακαλύπτουν το ένα το άλλο, με μουσική υπόκρουση Βιβάλντι,Μαλλερ,
Νικ Κέιβ, Λεο Ραπιτη, Σοφίας Βέμπο…

Όπως και στο πρόσφατο φεστιβάλ της Αβινιόν, ο διευθυντής και καταξιωμένος σκηνοθέτης Ολιβιέ Πι, επιχείρησε να δώσει απαντήσεις σε δέκα διαφορετικές παραστάσεις και χαρακτήρες του σεξπηρικου Άμλετ, στην πρώτη ατάκα της τραγωδίας “Ποιος είναι εκεί;”     Και πόσοι άλλοι….

Μέχρι τον Βέλγο χορογράφο που βρίσκει αφορμή από τα παραδοσιακά ηπειρωτικά μοιρολόγια,που έχουν μετεγγραφεί στο πεδίο του σύγχρονου χορού και μεταφέρουν στο σήμερα τη λαϊκή μας παράδοση, που από την μια μεριά αγγίζουν με τα δυο χέρια τη γη για ν αντικρίσουν στη συνέχεια τον ουρανό. Που συνομιλούν με τον Χάρο, μέσα από νέες ενορχηστρώσεις σε δίστιχα του τύπου “Για πες μου Χάρε, να χαρείς, εσύ που είσαι στον Άδη, οι μερακλήδες πως περνούν στο μαύρο το σκοτάδι;”

Θα είχε ενδιαφέρον να μετρήσει κανείς τις κλασικές φιγούρες του συρτού,
που εναλλάσσονται αρκετές φορές με στοιχεία μπρέικ ντανς, χωρίς το ζύγι
να γέρνει προς τη μια μεριά η την άλλη. Οι χορευτές ξεσήκωσαν τον κόσμο,
όταν στο τέλος χτυπούσαν τα πόδια τους, στροβιλίζονταν, χάνονταν στο σκοτάδι,
χόρευαν για τον εαυτό τους και όλοι για έναν!

Που είσαι αξιομνημόνευτε Δημήτρη Ρίγγο, που είχες συλλέξει σαν μυρμήγκι
τον θησαυρό των Γρεβενών, για να έχουμε και να το απολαμβάνουμε σήμερα…