Γράφει η Αλεξάνδρα Γρηγορίου

 

Αγένεια, έλλειψη σεβασμού του διπλανού, ανάδειξη του τίποτα κ προσπάθεια υποτίμησης του καλύτερου, απαξία της εγνωσμένης αξίας των άριστων και φυσικά εγωιστική αντιμετώπιση κάθε κατάστασης, δεν αποτελούν τα στοιχεία που συνέθεταν την Ελλάδα…

Ναι, όντως έχουμε πλέον μια συστολή ν’ αναφερθούμε σε αξίες με τις οποίες μεγαλώσαμε, καλώς ή κακώς. Ναι, όντως φτάσαμε να κρίνουμε βασικούς πυλώνες της ύπαρξής μας, βάσει ιδεωδών που κάποιοι μεγαλώσαμε. Ναι, όντως καταντήσαμε να μην εμπιστευόμαστε κανενός της θέση και άποψη ενώ θεωρούμε ότι μόνο η δική μας κατέχει την αδιαμφισβήτητη ορθότητα!

Παράλληλα δε, κάθε φορά που τολμάμε να μιλήσουμε για ευγενή άμιλλα, για αριστεία, για ανταμοιβή κόπων, για ορθή πορεία ενός ανθρώπου κάθε ηλικίας, αυτομάτως δεχόμαστε κριτική για συντηρητισμό, κάποιου αόρατου τύπου φιλελευθερισμό που κανείς δε μπορεί να ορίσει τελικά και γενικώς γινόμαστε δέκτες μιας ειρωνείας ιδιότυπης που εκπορεύεται κυρίως από αντικειμενικά αποτυχημένους της ζωής….

Εδώ βέβαια τίθεται και το ζήτημα, κατά πόσο ενδιαφέρει ή νοιάζει τελικά, τον καθένα μας, μια τέτοια αντιμετώπιση, από μέτριους ή αποτυχημένους. Η απάντηση εύκολη, καθόλου φυσικά! Διότι, αν ένας σοβαρός άνθρωπος που παραδέχεσαι, σου κάνει μια ευγενική κριτική, θα στενοχωρηθείς και θα προσπαθήσεις να βελτιωθείς. Αν ένας αποτυχημένος βλάκας σε βρίσει σκεότατα, αφού δεν τον υπολογίζεις, απλώς θα στρέψεις το βλέμμα αλλού και θα τον αγνοήσεις…

Εδώ φτάσαμε λοιπόν ως κοινωνία, ν’ απαξιώνει ο ένας τον άλλον, να μη σεβόμαστε την προσωπικότητα του διπλανού μας, ν’ αδιαφορούμε αν θα πληγώσουμε τον συνομιλητή, συνεργάτη, συνάδελφο, συγγενή μας, να μην υπολογίζουμε πόσο αρνητισμό μοιράζουμε με τις πράξεις ή την απραξία μας κ γενικώς να μη μας ενδιαφέρει καθόλου αν και πόσο προκαλούμε με τη συμπεριφορά μας.

Ο εγωισμός που κάποτε αποτελούσε θανάσιμο, σχεδόν, αμάρτημα, στις σχέσεις μεταξύ μας, σήμερα θεωρείται προτέρημα που μάλιστα προτείνεται ανοιχτά, να διεκδικείται κιόλας! Έχουμε ανακατέψει τα δικαιώματα με τις υπερβολικές κι εγωιστικές απαιτήσεις, αφήνοντας στην άκρη τις υποχρεώσεις, έστω και τις στοιχειώδεις!

Αποτέλεσμα του μίγματος, όσοι συνειδητά δεν ακολουθούν την κατρακύλα και τον ξεπεσμό, να αισθάνονται απόβλητοι και περιθωριοποιημένοι και φυσικά να νιώθουν απομονωμένοι και μόνοι. Μόνο που, όντας περιθωριοποιημένοι, στερούν απ’ το σύνολο τη σημαντική προσφορά τους, που θα μπορούσε, αν όχι να σταματήσει την κατρακύλα, τουλάχιστον να ισορροπήσει την κατάσταση!

Και σ΄ όλη αυτή την κατάντια, τραγικά πολλές ευθύνες φυσικά έχει το γεγονός ότι κατάντησε η ελληνική κοινωνία, ν’ ανταμείψει με την εμπιστοσύνη της διαχείρισης των κοινών της, εκείνους που πρέσβευαν ακριβώς όλα αυτά, μετά την παταγώδη αποτυχία ορθής λειτουργίας εκείνων που πρέσβευαν, θεωρητικά πάντα, τα ορθά και ακριβώς αντίθετα.

Η συντηρητική, κάποτε, ελληνική κοινωνία, δέχτηκε απανωτές και σκληρές προκλήσεις στα χρόνια της μεταπολίτευσης, ειδικά από κόμματα έκφρασης ‘λαϊκών στρωμάτων’ με δημαγωγούς αρχηγούς που σήμερα αποδεικνύεται ότι απλώς κάλυπταν άπληστους τυχοδιώκτες κι αχόρταγους απατεώνες που ο μόνος λόγος που ενεπλάκησαν στην πολιτική, ήταν το κίνητρο της περιουσίας και του χρήματος. Κατάπτωση σε όλα τα επίπεδα, αργά αλλά σταθερά κι αντιστροφή του συντηρητισμού που πλήγωσε πολύ την ελληνική κοινωνία, ήταν αναμενόμενο να συμβεί αλλά δυστυχώς, υπερβολικοί σε όλα μας ως λαός, δεν ξέρουμε πότε και πού να σταματήσουμε.

Κι αντί να μάθουμε απ’ τα λάθη μας, τόσο όσον αφορά τους συντηρητικούς όσο και τους προκαλούντες ‘προοδευτικούς’, αντί να λειτουργήσουμε όπως θα ήταν λογικό κι αναμενόμενο, τιμωρητικά απέναντι σε όλους αυτούς που μας οδήγησαν στη σημερινή κατάπτυστη κατάσταση, ως κοινωνία, φέραμε στο προσκήνιο ό,τι χειρότερο, που δεν τολμούσε μέχρι πριν μερικά χρόνια, να βγει στο φως της μέρας, γνωρίζοντας ότι είναι λίγο, κακής ποιότητας κι αποτυχημένο…

Όσο κι αν αντιστέκονται εκείνοι που κατάφεραν να ισορροπήσουν ανάμεσα στον συντηρητισμό του παρελθόντος και τον διασυρμό του σήμερα, η δυναμική του εγωισμού, της αγένειας, της ανάδειξης του τίποτα και της απαξίας του διπλανού, είναι εξαιρετικά ορμητική κι είναι πολύ δύσκολο να τη σταματήσει, πόσο μάλλον να την υποστρέψει κιόλας, μια κοινωνία σε κρίση, όπως η δική μας.

Ειδικά όταν, όπως όλοι γνωρίζουμε, ο δρόμος της αυτοβελτίωσης, της ευγένειας, του σεβασμού, της αριστείας, της αναγνώρισης στην προσωπικότητα του διπλανού και την άμβλυνση του εγωισμού, είναι ο πιο δύσκολος και κακοτράχαλος έναντι του εύκολου και κατηφορικού, ακούραστου, της απαξίας και των απλών επιλογών που δε χρειάζονται ούτε καν σκέψη.

Δε μπορεί κανείς να είναι αισιόδοξος με όσα συμβαίνουν γύρω μας και φυσικά με τις διαπιστώσεις απ’ όσα παρακολουθούμε απ’ τους γύρω μας. Πρόκειται για μοναχικό αγώνα καθενός μας, ως μονάδα, ως μέλους της κοινωνίας, ως πολίτη της πολιτείας αλλά κυρίως ως γονιού που φέρει το βάρος και την ευθύνη για την παιδεία των επόμενων γενιών.

Μόνο εμείς είμαστε υπεύθυνοι αν θα μεγαλώσουμε συνειδητοποιημένους, με διάθεση για προσπάθεια και πρόοδο πολίτες ή απλώς ανθρώπινα πλάσματα που δεν προβληματίζονται για τίποτα κι απλώς θα περάσουν απ’ τον πλανήτη χρησιμοποιώντας το οξυγόνο του χωρίς να μπορέσουν καν, να το δικαιολογήσουν….