Θυμός, οργή, απόγνωση, ο φόβος του επερχόμενου αιωνίου σκότους ή κάποιο άγριο ένστικτο οπλίζει τα χέρια υπερήλικων, που φτάνουν ως το έγκλημα;
Γράφει ο Νίκος Δημαράς
Διάβαζα αυτές τις μέρες για θλιβερά περιστατικά, που ήρθαν να αμαυρώσουν την επικαιρότητα και να ρίξουν σκιές στο γιορτινό κλίμα του Δεκαπενταύγουστου. Ένας 82χρονος στην Περαχώρα Λουτρακίου έπνιξε τον 87χρονο γείτονά του και ένας 80χρονος έκανε το ίδιο στο Βόλο με θύμα την 72χρονη γυναίκα του.
Απ΄όπου και να τις αγγίξεις αυτές οι υποθέσεις φέρνουν αποστροφή και λύπη. Προσπαθείς να δώσεις απάντηση στο γιατί και δεν βρίσκεις άκρη. Την εποχή, που έκανα δικαστικό ρεπορτάζ στην εφημερίδα “Μακεδονία” είχα ακούσει τις απολογίες δεκάδων καταδικασθέντων για δολοφονίες. Προσπαθώντας να βρω απάντηση στο “γιατί” συνέχισα την αναζήτηση και εκτός δικαστηρίων, κάνοντας πάνω από 30 συνεντεύξεις με κρατουμένους στις φυλακές Κασσάνδρας, όπου μπήκα με άδεια του τότε υπουργού Δικαιοσύνης Γ.Α. Μαγκάκη. Στην Κασσάνδρα υπήρχαν (και ελπίζω να υπάρχουν ακόμα) και αγροτικές φυλακές και κλειστές. Οι περισσότεροι κατάδικοι ήταν στις κλειστές φυλακές, αλλά συνομίλησα με πολλούς, ψάχνοντας το “γιατί”.
Βέβαια ξεκινούσα από το ρηθέν “άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου”, αλλά έλεγα ότι δεν μπορεί, κάτι ξεχωριστό θα υπάρχει σε κάθε περίπτωση. Δεν είναι δυνατόν να φέρει κάποιος εκ γενετής το άγριο ένστικτο του φονιά. Και όντως υπήρχε κάτι σε κάθε περίπτωση. Η μικρή ή μεγάλη αφορμή για το έγκλημα ήταν διαφορετική, αλλά το τελικό αίτιο, που όπλιζε το χέρι του κάθε δράστη, συχνά συνέπιπτε. “Θόλωσε το μυαλό μου εκείνη τη στιγμή”, έλεγαν οι περισσότεροι. Μερικοί άλλοι χρησιμοποιούσαν ως ελαφρυντικό τον “βρασμό ψυχικής ορμής” είτε για λόγους τιμής, είτε γιατί είχαν αδικηθεί βάναυσα από το θύμα. Κάποιοι άλλοι (ελάχιστοι) δεν μετάνιωναν και έδειχναν σκληρότητα μέχρι τέλους, είτε ως αγύριστα κεφάλια, είτε ως έχοντες εμμονές και σύνδρομα, που τα συνέδεαν με δήθεν ιδεολογικά ή ηθικά κίνητρα.
Εδώ όμως, στις περιπτώσεις των 80χρονων δεν έχουμε εμφανώς κάτι ιδιαίτερα σοβαρό ώστε να οδηγήσει έναν άνθρωπο “εις τας δυσμάς του βίου του” στο έγκλημα. Οι αστυνομικοί του Βόλου, σύμφωνα με το ρεπορτάζ, έμειναν κατάπληκτοι μπροστά στη δολοφονία της 72χρονης γυναίκας από τον 80χρονο σύζυγό της. Ο δράστης μάλιστα επιχείρησε να αυτοκτονήσει, αφού κατανάλωσε μεγάλη ποσότητα χαπιών.
Παράλληλα ο δράστης άφησε και ιδιόχειρο σημείωμα που εξηγούσε την πράξη της δολοφονίας της συζύγου του, αλλά και τηλεφώνησε στον κουνιάδο του λέγοντας του ότι είχε σκοτώσει την αδελφή του. Στο σημείωμα εξηγούσε ότι λόγω των προβλημάτων υγείας που αντιμετώπιζε, είχε πεισθεί ότι θα φύγει σύντομα από τη ζωή και γι’ αυτό τον λόγο δεν ήθελε να αφήσει τη γυναίκα του να ζήσει χωρίς εκείνον.
Τι να πεις και τι να υποθέσεις; Δικαιολογίες για εντυπώσεις και κοινωνική δικαίωση ή μήπως κάποια εμμονή, που “κόλλησε” στο μυαλό και έφερε την “μικρή τρέλα;” Διότι μερικοί φιλόσοφοι (κυρίως Λατίνοι) και παλιοί ψυχίατροι, θέλοντας να δώσουν εξήγηση σε τέτοιες ακραίες πράξεις, έλεγαν: “Στιγμιαίος θυμός, μικρή τρέλα”, εννοώντας ότι αρκεί μια στιγμή για να φέρει το κακό.
Είχαν μακροχρόνιες διαφορές μέχρι τα 82 και 87 τους …
Την ίδια κατάπληξη δοκίμασαν οι αστυνομικοί και στην περίπτωση του 82χρονου, που το απόγευμα του Δεκαπενταύγουστου στραγγάλισε τον 87χρονο γείτονά του στην Περαχώρα Λουτρακίου. Δράστης και θύμα έμεναν σε διπλανά σπίτια και σύμφωνα με τοπικές πηγές, ο δράστης ήταν εκτός εαυτού. Είχε μάλιστα με το θύμα μακροχρόνιες διαφορές. Πριν τη δολοφονία, είχαν διαπληκτιστεί για άλλη μια φορά.
Όταν ο ανιψιός του θύματος γύρισε σπίτι για να πάρει πράγματα για τη θεία του στο νοσοκομείο, αντίκρισε το θείο του νεκρό στο πάτωμα και τον άλλον να κάθεται δίπλα του.