Γράφει ο Νίκος Δημαράς
Ήταν καλοκαίρι, αρχές της δεκαετίας του 1980. Τρείς φίλοι και συνάδελφοι είπαμε να πάμε για Σαββατοκύριακο στη Χαλκιδική.
Τότε για να πας Χαλκιδική το σκεφτόσουν. Ιδιαίτερα στη βόρεια πλευρά. Να περάσεις από Άγιο Πρόδρομο, Δουμπιά, Παλαιόχωρα, Αρναία, Παλαιοχώρι, Νεοχώρι, Στάγειρα, Στρατονίκη, Στρατώνι και άλλα χωριά.
Εγώ καθότι νοτιο-Ελλαδίτης δεν είχα πάει πολλές φορές στη Χαλκιδική. Μια, δυο στην Κασσάνδρα, εκεί στο Μάλτεπε για μπάνιο και μία στη Σιθωνία για ρεπορτάζ, όταν είχε ξεσπάσει μια μεγάλη πυρκαγιά.
Τώρα θα πηγαίναμε προς το τρίτο πόδι με τελικό προορισμό την Ολυμπιάδα. Μου άρεσαν πολύ τα ορεινά χωριά και οι μικρές πόλεις, όπως η Αρναία. Οι κεραμοσκεπές στα σπίτια, τα καλντερίμια, η βρύση στη μικρή πλατεία και απέναντι το δάσος των δρυών και των άλλων θεόρατων δέντρων. Όμορφα τοπία και ευλογημένα χώματα.
Μετά το Νεοχώρι ο συνάδελφος, που οδηγούσε το παλιό αυτοκίνητο, σταμάτησε δεξιά σε ένα μικρό άνοιγμα. Υπήρχε μια όμορφη πέτρινη βρύση δίπλα στο δρόμο. Μέλισσες έρχονταν για να πιουν νεράκι και σε δευτερόλεπτα εξακτινίζονταν στον ουρανό και χάνονταν στα σύννεφα, παίζοντας με τις ηλιαχτίδες στους καιρούς της ευτυχίας.
Ήπιαμε κι εμείς νεράκι και βγήκαμε στο εκεί παρκάκι για να ξεμουδιάσουμε. Κι εκεί κάναμε το θάμα μας ! Ένα όμορφο πάρκο με το τεράστιο άγαλμα του Αριστοτέλη.
Υπέροχη τοποθεσία, με ανεμπόδιστη θέα σε όλο τον κόλπο της Ιερισσού. Όπως διάβασα αργότερα, η τοποθεσία επιλέχτηκε το 1956 για να φιλοξενήσει το επιβλητικό άγαλμα του Αριστοτέλη, έργο του γλύπτη Νικόλα, προκειμένου να τιμηθεί ο μεγάλος φιλόσοφος ο οποίος, ως γνωστόν, γεννήθηκε στα αρχαία Στάγειρα.
Έμεινα έκθαμβος. Κάθισα κάτω από μια τεράστια βελανιδιά και αγνάντευα απέναντι προς τον Άθω, το Περιβόλι της Παναγίας. Ναι, ευλογημένος τόπος, που ανύψωνε τις αισθήσεις σου και σου υπέβαλε μια υπερκόσμια διάθεση, σαν να ταξίδευες μέσα στους αιώνες και να έβλεπες εναλλάξ πίσω από παλιούς ουρανούς, από λευκά σύννεφα και από θεόρατα βράχια, τα πελιδνά πρόσωπα αγίων και φιλοσόφων.
Όταν ξαναμπήκαμε στο αυτοκίνητο για να συνεχίσουμε τη διαδρομή σκεφτόμουν πως αυτός ο τόπος θα μπορούσε να αξιοποιηθεί, όχι για να πλακώνουν τα λεφούσια των τουριστών τα καλοκαίρια, αλλά για να γινόταν εδώ ένα όμορφο παραδοσιακό οίκημα ή ένας οικισμός σε αρχαίο αρχιτεκτονικό ρυθμό, που να λεγόταν ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ. Και να έρχονταν όλο τον χρόνο κορυφαίοι καθηγητές από τα πέρατα του κόσμου, φοιτητές, προπτυχιακοί, μεταπτυχιακοί διδάκτορες και άλλοι ερευνητές για να έστηναν τον χορό της κορυφαίας των επιστημών, της φιλοσοφίας.
Και να φυσούσε ένα αεράκι ανάπτυξης σε τούτο τον τόπο με αύξηση παράλληλων δραστηριοτήτων των κατοίκων στα γύρω χωριά και στις όμορφες πόλεις, όπως η Ιερισσός. Να καταρτίζονταν σύγχρονα προγράμματα, ευρωπαικά, μορφωτικά και άλλα με επιδοτήσεις, τόσο για την προστασία του πανέμορφου φυσικού περιβάλλοντος, όσο και για τον συνεδριακό και τον θρησκευτικό τουρισμό, πάνω σε σοβαρές βάσεις.
Τυλιγμένος στις σκέψεις μου είδα ξαφνικά μπροστά μου μια μικρή γραφική πόλη. Δεξιά υπήρχε μια ταμπέλα ΑΡΧΑΙΑ ΣΤΑΓΕΙΡΑ. Πιο πέρα ΟΛΥΜΠΙΑΔΑ. Σταθήκαμε στο υψωματάκι. Κοιτούσα και δεν χόρταινα. Μου φαινόταν σαν να είχα ξαναπεράσει από εδώ ή να είχα ξαναζήσει σ΄αυτή την μικρή πόλη. Όμως ήταν σίγουρο ότι ερχόμουν εδώ πρώτη φορά ως βιολογικό ον. Δεν είπα τίποτα στους άλλους. Μάλλον θα είναι «Ντεζαβού» σκέφθηκα, η αίσθηση ότι έχουμε δει ή βιώσει ξανά στο παρελθόν μια κατάσταση.
Από τότε ονομάζω την Ολυμπιάδα «δεύτερη πατρίδα μου». Τα τελευταία χρόνια, όμως, δεν πήγαινα συχνά. Ιδιαίτερα την περίοδο με τις ταραχές και τις ανακατοσούρες για τις εγκαταστάσεις κατεργασίας χρυσού, τα επεισόδια στις Σκουριές, τις αναφορές για ρύπανση ή και μόλυνση της περιοχής, τις σφοδρές αντιπαραθέσεις, τον διχασμό του κόσμου και το κλίμα της γκρίνιας και της μιζέριας. Αυτές οι καταστάσεις με απωθούν.
Φέτος όμως έμαθα ότι έχει αρχίσει η κατασκευή ενός σπουδαίου έργου με αναφορά στον Αριστοτέλη. Επίσης διάβασα ότι το Πάρκο του Αριστοτέλη, κοντά στα Στάγειρα, που είχε εμπλουτιστεί το 2003 με τα πρωτότυπα διαδραστικά όργανα, είναι σε καλή κατάσταση και δέχεται πολλούς επισκέπτες. Πηγαίνουν για να βλέπουν κατασκευές και όργανα, που λειτουργούν βάσει των φυσικών νόμων, οι οποίοι αναφέρονται στα συγγράμματα του Αριστοτέλη και ιδιαίτερα στο έργο του “Τα Φυσικά».
Διαβάζοντας λοιπόν όλα αυτά πήρα θάρρος και αποφάσισα να ξαναπάω αυτές τις μέρες. Θα σταθώ εκεί στα μεγάλα κάτοπτρα που έχουν τοποθετηθεί το ένα απέναντι στο άλλο σε μια απόσταση αρκετών μέτρων.
Μιλάς σιγανά μέσα στο ένα και ο άλλος σε ακούει σαν να είναι δίπλα σου. «Η Ελλάδα είναι πανέμορφη» θα πω. «Νοιαστείτε λίγο παραπάνω. Ακούει κανείς;»