Γειτονιές με όμορφες αυλές, φρεσκοβαμμένες και μοσχοβολούσες, με βασιλικούς και ορτανσίες σε ταπεινές γλάστρες, που κοσμούν τα στενοσόκακα με τα καλντερίμια και τις πλατείες με τα μικρά μαγαζιά, τα τοπικά προιόντα και τις πέτρινες βρύσες.-

 

Γράφει ο Νίκος Δημαράς

 

Σαν βγαίνω στον πηγαιμό για την ελληνική ύπαιθρο, για τα χωριά με τα καλντερίμια και τις κωμοπόλεις με τις κεραμοσκεπές αλλάζουν οι διαθέσεις μου. Δυτική Μακεδονία, Ήπειρος,  Ρούμελη και Θεσσαλία, καθώς καλύπτονται από τα δάση της οροσειράς της Πίνδου, δίνουν μια άλλη διάσταση στο χρώμα της Ελλάδας, με διατήρηση της φυσικής ομορφιάς και των παραδόσεων, που και το καλοκαίρι προσελκύουν πολλούς επισκέπτες.

Γειτονιές με όμορφες αυλές, φρεσκοβαμμένες και μοσχοβολούσες, με βασιλικούς και ορτανσίες σε ταπεινές γλάστρες. Λουλούδια, πρασινάδες και χαμόγελα κοσμούν τα στενοσόκακα. Ειδικά τις Κυριακές σε πολλά ορεινά χωριά  σαν σχολούν οι εκκλησιές βλέπεις  τους ανθρώπους να αλληλοασπάζονται με αγάπη και γνήσια έκφραση χαράς.

Αυτή είναι η άλλη πλευρά της ζωής στην Ελλάδα. Η άλλη πλευρά του λόφου. Εκεί που ακόμη δεν κυριεύτηκαν οι πλατείες από τα εκκωφαντικά “ντάμπα – ντούμπα” των τουριστικών ακτών, ούτε έχουν βρει πρόσφορο έδαφος τα παθιάρικα άσματα του ελληνικού νεοτσιφτετελούς ρεπερτορίου.

Εκεί θα βρεις το χαμόγελο της κυρίας, που σε υποδέχεται στο καφενεδάκι με τετράφυλλο μπακλαβά ή με …τρεμάμενο γαλακτομπούρεκο. Θα βρεις τρία – τέσσερα ρυτιδιασμένα αντρικά πρόσωπα να σε καλούν στο διπλανό τραπέζι για να σε κεράσουν τσίπουρο. Κι εκεί θα ακούσεις αυθεντικό βιολί και κλαρίνο σε χαμηλούς τόνους, ίσα που να κουνιούνται τα καταπράσινα πλατανόφυλλα στην πέτρινη πλατεία με τις βρύσες.

“Δεν έχουν τίποτα να δείξουν τα χωριά μας και τα μικρά νησιά”, σου λένε οι νεανικές παρέες, που προτιμούν τα παραλιακά Beach bar. Το ίδιο λένε και οι “πολυμήχανοι” αστοί, που αναζητούν τόπους για φιγούρα, φορώντας άσπρα διαφανή παντελονάκια στη Μύκονο και βερμούδες κατά συρροή μέρα και νύχτα σε εστιατόρια, αρχαία θέατρα και αεροδρόμια.  Ε, εδώ στη Σαμαρίνα Γρεβενών, στη Βίνιανη Ευρυτανίας ή στην Παύλιανη Φθιώτιδας δεν μπορούν να δέσουν κότερα ούτε να “σπινάρουν” οι ξεσκέπαστες Μερσεντές. Τι να κάνουμε; Ένα καράβι όλο κι όλο πήγε στο …Μέτσοβο και ξέρουμε πως έφτασε εκεί ! Τι να τους πεις;

Μικρή ξενάγηση στο Μέτσοβο

Ε, ναι στο Μέτσοβο λοιπόν, που γνωρίζει στιγμές αυξημένης κίνησης και το καλοκαίρι λόγω της έλευσης πολλών ξενιτεμένων, αλλά και καθώς είναι πολλοί οι λάτρεις του βουνού και των υπέροχων διαδρομών μέσα σε δάση και κοιλάδες. Θαυμάσιες περιοχές με γνήσια προιόντα και βαριά ιστορία.

Σοβαροί, αξιοπρεπείς και νοικοκυραίοι οι κάτοικοι με το μυαλό στην πρόοδο, αλλά και την αγωνία σε κορύφωση για την σταδιοδρομία των παιδιών.

Συνομιλούμε με την “Δημογεροντία” του Μετσόβου, εκεί παραδίπλα από τις πέτρινες βρύσες και μας πιάνει μια περηφάνεια για την Ελλάδα της αρχοντιάς και των ανυπότακτων ιδανικών. Έχουν τα παράπονά τους για την οικονομική κατάσταση και για την έλλειψη σοβαρής μέριμνας, που δεν δίνει φτερά στον τόπο τους να κάνει μεγάλα αναπτυξιακά ανοίγματα, αλλά και πάλι δεν γκρινιάζουν. Δεν τους ταιριάζει η μιζέρια και η υποταγή στην οπισθοδρομική μοιρολατρεία. Εξυμνούν τα προιόντα τους και σε παροτρύνουν να αγοράσεις καπνιστά τυριά και κόκκινα κρασιά με στυφή γεύση.

Σου λένε για τα αξιοθέατα και για τα διατηρητέα μνημεία, όπως είναι το μοναστήρι της Θεοτόκου, κοντά στον Μετσοβίτικο ποταμό, το Μοναστήρι του Αγίου Νικολάου νότια της κωμόπολης και το μοναστήρι της Ζωοδόχου πηγής στη θέση Κιάτρα Ρόσσια (που σημαίνει στα βλάχικα κόκκινος βράχος/λιθάρι).

Στην κωμόπολη λειτουργεί από το 1955 το Λαογραφικό Μουσείο του Ιδρύματος Τοσίτσα (αρχοντικό Τοσίτσα), το οποίο περιλαμβάνει παραδοσιακά ξυλόγλυπτα έπιπλα, υφαντά και κεντήματα, χρυσοκέντητες φορεσιές, διακοσμητικά και χρηστικά αντικείμενα, όπλα, νομίσματα, αγροτικά σκεύη και εικόνες της περιόδου 1650-1850. Από το 1988 λειτουργεί η Πινακοθή Ε. Αβέρωφ, όπου εκτίθενται 250 πίνακες αξιόλογων ζωγράφων του 19ου και του 20ου αιώνα.

Στο Μέτσοβο με 3.500 κατοίκους (περίπου) λειτουργούν αρκετά ξενοδοχεία και ξενώνες, που διαθέτουν όλα τα σύγχρονα μέσα και προσφέρουν εξαιρετικές υπηρεσίες. Πόλος έλξης όμως είναι η κεντρική πλατεία με τις ψησταριές και τις πέτρινες βρύσες.

Καθώς ξαγναντίζεις στα πλακώστρωτα σου έρχεται η μοσχοβολιά από τα καλοψημένα κρέατα, τα κοντοσούβλια και τα κοκορέτσια. Άλλες γεύσεις, άλλα τοπία.

Είναι η “άλλη Ελλάδα”, που αντέχει και επιμένει με αξιοπρέπεια και πολλή δουλειά.