Την διαβεβαίωση ότι τα αρχαία που βρέθηκαν στον σταθμό Βενιζέλου του Μετρό Θεσσαλονίκης «θα επανέλθουν αλώβητα όπως και όπου ακριβώς βρέθηκαν» μετά την ολοκλήρωση των εργασιών στο συγκεκριμένο σημείο, έδωσε ο πρόεδρος της ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ ΑΕ, Νίκος Ταχιάος, σε παρέμβασή του μέσω του Facebook.
Ο κ. Ταχιάος αιτιολογεί με σειρά επιχειρημάτων την ορθότητα της απόφασης για απόσπαση και επανατοποθέτηση των αρχαιοτήτων, εξηγεί τι θα γίνει στο εξής, αλλά αποφεύγει το πότε. Δεν διευκρινίζει δηλαδή πως θα εξελιχθεί το χρονοδιάγραμμα όλων των εργασιών και αν όντως υπάρχει προοπτική να παραδοθεί το έργο τον Απρίλιο του 2023, όπως είχε αναφερθεί επανειλημμένα.
Με αφορμή και την θετική απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) για την απόσπαση και επανατοποθέτηση των αρχαίων στον σταθμό Βενιζέλου, ο κ.Ταχιάος διευκρινίζει ότι «ποτέ η υπηρεσιακή δομή της (ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ), από την οποία κρίνεται τελικά η πληρότητα και εφαρμοσιμότητα των μελετών, δεν έλαβε πειστικές απαντήσεις για την επιτευξιμότητα της κατασκευής με “κατά χώραν” διατήρηση των αρχαιοτήτων».
Όπως επισημαίνει, η απόφαση (για απόσπαση και επανατοποθέτηση) σε καμία περίπτωση δεν ήταν βιαστική.
«Τον Σεπτέμβριο του 2019 η πόλη είχε κλείσει 13 χρόνια ταλαιπωρίας από εργοτάξια ενός έργου που θύμιζε το γιοφύρι της Άρτας. Η εκκρεμότητα του σταθμού Βενιζέλου επηρέαζε στο σύνολό του το χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσης του μετρό. Πρακτικά, δεν υπήρχε καν χρονοδιάγραμμα, αφού η έγκριση της τελευταίας παράτασης του χρόνου περάτωσης των εργασιών προοιώνιζε την αναθεώρησή της κάποια στιγμή, λόγω των εκκρεμοτήτων στους σταθμούς Βενιζέλου και Αγίας Σοφίας» γράφει.
Συμπληρώνει μάλιστα πως η τεχνική διάσταση της υπόθεσης απουσίαζε από την απόφαση της «κατά χώραν» διατήρησης, αφού η Αττικό Μετρό δεν παρέστη στη συνεδρίαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (ΚΑΣ), από την οποία ξεκίνησε όλο το θέμα. «Η θέση της τότε, δεν εκρίθη αναγκαία στη συγκρότηση γνώμης» τονίζει ο κ. Ταχιάος.
Ο Σταθμός Βενιζέλου δεν μπορούσε να παραλειφθεί ή να καταργηθεί
Στο ερώτημα αν θα μπορούσε να παραλειφθεί ο Σταθμός της Βενιζέλου από το έργο και να κατασκευαστεί σε μεταγενέστερο χρόνο, εφόσον είχε βρεθεί μια βιώσιμη τεχνική λύση, ο κ.Ταχιάος απαντά «κατηγορηματικά όχι!».
Όπως υπογραμμίζει, ο σταθμός δεν μπορούσε ούτε να παραλειφθεί, ούτε να καταργηθεί: «Η προσωρινή παράλειψή του, τουτέστιν η λειτουργία του Μετρό σε τρεις φάσεις, αποτέλεσε για λίγο απόφαση της προηγούμενης διοίκησης της εταιρείας και πολύ σύντομα ανακλήθηκε, όχι μόνο εξαιτίας του δυσανάλογα υψηλού κόστους των παραμετροποιήσεων του αυτόματου δικτύου (20-25 εκατ. ευρώ), αλλά κι επειδή εστερείτο λογικής».
Ο πρόεδρος της ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ υπενθυμίζει ακόμα πως η παράδοση σε λειτουργία του μετρό θα συνδυαστεί με ριζική αναδιάταξη των δημοσίων συγκοινωνιών της πόλης: ένας σημαντικός αριθμός λεωφορειακών γραμμών παράλληλων προς το μετρό, θα καταργηθεί και θα επιβληθούν πολιτικές αποτροπής της εισόδου των αυτοκινήτων στο κέντρο.
«Αυτό δεν μπορεί να ανασταλεί σε απροσδιόριστο χρόνο για απροσδιόριστη διάρκεια. Ένα τέτοιο πισωγύρισμα θα ταλαιπωρούσε την πόλη και θα καθιστούσε το σύνολο του δικτύου αναξιόπιστο» εκτιμά και προσθέτει ότι ο σταθμός Βενιζέλου δεν είναι δυνατόν να εγκαταλειφθεί.
Οι εκτιμήσεις των συγκοινωνιολόγων της Αττικό Μετρό είναι, υποστηρίζει, πως πολύ σύντομα μετά την παράδοση της επέκτασης της Καλαμαριάς, η ζήτηση των επιβιβάσεων θα προσεγγίσει απειλητικά την συνολική χωρητικότητα του δικτύου.
Με δεδομένο ότι η Θεσσαλονίκη είναι κατ’ εξοχήν μονοκεντρική, εξηγεί, η εξυπηρέτηση του κέντρου από έναν και μόνο σταθμό θα είναι ιδιαίτερα προβληματική.
Κατά τον κ.Ταχιάο, η συσχέτιση με την περίπτωση της Αθήνας είναι και αφελής και αντιεπιστημονική. «Το γεγονός ότι η περιοχή μεταξύ Συντάγματος και Χίλτον, με την κατασκευή της Γραμμής 4 που ξεκινά, πυκνώνεται με δύο σταθμούς, έναν στην Πλατεία Κολωνακίου και έναν στο άλσος της Ριζάρη, αποδεικνύει το αβάσιμο του συλλογισμού» επισημαίνει και χαρακτηρίζει τις αντιδράσεις που συνόδευσαν τις χθεσινές αποφάσεις του ΣτΕ ως αποκλειστικά εκπορευόμενες από πολιτικές και σε μεγάλο βαθμό προσωπικές διαστάσεις.
«Αν τα κίνητρα ήταν διαφορετικά, οι τρεις αποφάσεις του ΣτΕ θα αποτελούσαν για όσους προσέφυγαν στην κρίση του, το τέλος μιας καθ’ όλα νόμιμης προσπάθειας τους. Αντί γι’ αυτό απειλούν με νέες προσφυγές για να καθυστερήσουν το έργο και με έναν αντισυστημικό ακτιβισμό. Οι νέοι ισχυρισμοί τους δεν έχουν βάση. Από την ώρα που το ΣτΕ έκρινε ως νόμιμη την απόφαση της προσωρινής μετακίνησης και επανατοποθέτησης, σε ποια ηθική και επιστημονική βάση θα στηρίξουν την αντίθεσή τους στη μελέτη της προσωρινής μετακίνησης, όταν αυτή εγκρίθηκε ομόφωνα από το ΚΑΣ με την σύμφωνη γνώμη και των πέντε υπηρεσιών που εισηγήθηκαν σχετικά, μολονότι οι τρεις από αυτές υπήρξαν προηγουμένως αρνητικές στην έκδοση της απόφασης της προσωρινής μετακίνησης και επανατοποθέτησης;» διερωτάται.
«Ακεραιότητα» η λέξη- κλειδί για τα αρχαία
Τι ακολουθεί στη συνέχεια; «Η κατασκευή του σταθμού με την μέθοδο της προσωρινής μετακίνησης των αρχαιοτήτων και η παράδοσή του σε λειτουργία μαζί με την υπόλοιπη βασική γραμμή και με τα αρχαία στην θέση τους. Όλες οι εργασίες θα σεβαστούν στο ακέραιο τις υποδείξεις της αρχαιολογικής υπηρεσίας και τον στόχο αυτής της κατ’ εξαίρεσιν λύσης.
“Ακεραιότητα” είναι η λέξη – κλειδί και για τα αρχαία» σημειώνει, υπενθυμίζοντας πως μέχρι σήμερα, περισσότερα από 130 εκατ. ευρώ έχουν δαπανηθεί από τον εθνικό προϋπολογισμό για το αρχαιολογικό μέρος των εργασιών του μετρό της Θεσσαλονίκης εκ των οποίων, άνω των 31 εκατ. αφορούν στον σταθμό της Βενιζέλου.
«Η Αττικό Μετρό (…) θα αποδώσει στην πόλη έναν σταθμό με τα αρχαία ως ευρέθησαν στο πρώτο επίπεδό του, στο οποίο κανείς δεν θα μπορεί να αναγνωρίσει το γεγονός της προσωρινής μετακίνησης τους. Επιπλέον, θα γίνουν σημειακές παρεμβάσεις και σε άλλους σταθμούς για τους οποίους ήδη υπάρχει εξαιρετική συνεργασία με την αρχαιολογική υπηρεσία» τονίζει, ο κ. Ταχιάος, αλλά ουδέν αναφέρει για τον χρόνο παράδοσης του έργου σε ολοκληρωμένη μορφή και λειτουργία.