Διότι όταν ένα πολίτης διεκδικεί την ψήφο των συμπολιτών του με ένα κόμμα, υποτίθεται ότι δηλώνει και την ιδεολογία του. Αυτήν που όταν την προδίδει, απλώς είναι προδότης…

 

Γράφει η Αλεξάνδρα Γρηγορίου

 

Πολύ το μελάνι, που χύθηκε για το θέμα της ψήφισης της συμφωνίας των Πρεσπών. Πολλές οι πολιτικές αναλύσεις με ένα δεδομένο: οι περισσότεροι Έλληνες, εντός κι εκτός συνόρων, δεν είναι ευχαριστημένοι με τη χρήση του ονόματος.

Οι απλοί πολίτες όμως, απ’ τη στιγμή που δεν αποφασίζεται η διενέργεια δημοψηφίσματος όπως επιτάσσει η λογική, η μόνη μορφή έκφρασης της αντίθεσής τους, μένει να είναι η συμμετοχή σε μαζικές εκδηλώσεις όπως συλλαλητήρια.

Οι βουλευτές όμως, που έχουν ψηφιστεί βάσει των ιδεολογικών τους πεποιθήσεων, υποτίθεται ότι έχουν σταλεί στη βουλή απ’ τους συμπολίτες τους έχοντας καταθέσει την άποψή τους και για θέματα όπως αυτό της ονομασίας των Σκοπίων που ταλανίζει την πολιτική σκηνή των δυο χωρών επί δεκαετίες.

Βάσει των λογικών δεδομένων λοιπόν, αυτό που ζούμε αυτές τις μέρες είναι απλό και ξεκάθαρο. Οι βουλευτές που ανήκουν σε κόμμα με μια απ’ τις βασικές του αρχές, τη “μη χρήση του ονόματος Μακεδονία ή παραγώγων του” στην ονομασία των Σκοπίων, ψηφίστηκαν απ’ τους συμπολίτες τους με αυτό ως δεδομένο.

Στην περίπτωση λοιπόν, που η θέση τους άλλαξε, είναι υποχρεωμένοι να παραιτηθούν απ’ τη θέση που εξελέγησαν ώστε να την καταλάβει ο επόμενος στη σειρά εκλογής, που παραμένει πιστός στις θέσεις και την ιδεολογία του.

Αυτό που ζούμε σήμερα, με τους έξι “πρόθυμους” να μεταπηδούν απ’ αυτό που ψήφισαν στην ακριβώς αντίθετη θέση, με δεδομένο ότι θα επηρεάσουν την ψηφοφορία στη Βουλή, είναι η πιο καθαρή μορφή προδοσίας των ιδεών τους.

Θα βρεθούν πολλοί τρόποι να περιγραφεί αυτή η ομάδα βουλευτών και μάλιστα θα τύχουν και της υποστήριξης όσων είναι έτσι κι αλλιώς θετικοί στην προτεινόμενη λύση. Όπως και να το πουν όμως, μόνο ως “προφάσεις εν αμαρτίαις” μπορεί να εκληφθεί.

Εκείνοι που απ’ την αρχή έχουν εκφράσει την άλλη άποψη, έχοντας μάλιστα κι επιχειρήματα, μπορεί να διαφωνούν με την πλειοψηφία των Ελλήνων αλλά έχουν εκθέσει την άποψή τους κι έχουν ψηφισθεί γι’ αυτήν. Είναι σαφώς πιο ειλικρινείς και τίμιοι στην προκειμένη περίπτωση, σε σχέση με τους προδότες.

Όσο κι αν επί της ουσίας συμφωνεί ή διαφωνεί κάποιος με την ονομασία που προτείνεται, μόνο αηδιαστική είναι η εικόνα των θλιβερών βουλευτών που η ιστορία θα τους καταγράψει με ανεξίτηλα, μελανά χρώματα για την προδοσία των ιδεών τους, τουλάχιστον!

Για ένα τόσο σημαντικό ζήτημα, είναι αυτονόητο ότι η δημοκρατία επιτάσσει να προσφύγουν στον λαό οι ιθύνοντες με δημοψήφισμα ώστε ν’ ακουστούν κι οι ξεκάθαρες θέσεις όσων στηρίζουν τη συμφωνία κι όσων την απορρίπτουν.

Η επιλογή να μη διενεργηθεί δημοψήφισμα, βαραίνει το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων της χώρας αφού δε χρησιμοποιείται κάθε μέσο που δίνει το Σύνταγμα, από κανένα κόμμα, ώστε να καταλήξει να δοθεί η δυνατότητα να εκφραστεί ο ελληνικός λαός για το θέμα, σήμερα, με την κατάσταση όπως έχει διαμορφωθεί και με τα συγκεκριμένα δεδομένα.

Φυσικά, κανείς δε μπορεί να κατηγορήσει τους έξι ‘πρόθυμους” για πρωτοτυπία αφού έχουν προηγηθεί κι άλλες περιπτώσεις παρόμοιας απαράδεκτης συμπεριφοράς βουλευτών, που με κάποιον μαγικό τρόπο αποφάσισαν να “πουλήσουν” την ιδεολογία τους έναντι μιας απόφασης που ακόμη και κυβέρνηση έριξε, λύνοντας συγχρόνως και το θέμα επιβίωσης το δικό τους και των επόμενων γενιών τους, ως διά μαγείας, όπως διαπιστώθηκε στη συνέχεια.

Τους λόγους που προτίμησαν να περάσουν στην ιστορία μ’ αυτό τον κατάπτυστο τρόπο αυτοί οι έξι, τους γνωρίζουν ο καθένας χωριστά, για τον εαυτό τους.  Εμείς οι υπόλοιποι, ταπεινοί, ανήμποροι πολίτες, βρεθήκαμε στην άβολη θέση, να είμαστε σύγχρονοί τους και να καταγραφεί μια τέτοιου μεγέθους προδοσία, επί των ημερών μας ως ψηφοφόροι.

Θλίψη! Οργή! Ντροπή!

Ανύπαρκτη αίσθηση ευθύνης!