Μιλούσα με Θεσσαλονικείς συναδέλφους, που έχουν κατέβει εδώ και χρόνια στην Αθήνα και εργάζονται σε ΜΜΕ της πρωτεύουσας και μου έλεγαν ότι είναι ευχαριστημένοι εκεί γιατί υπάρχουν πιο πολλές δουλειές, ενώ στη Θεσσαλονίκη η δημοσιογραφία και τα σχετικά επαγγέλματα ασκούνται ακόμη στο  πενιχρό οικονομικό περιβάλλον της “φτωχομάνας” με ελάχιστες δυνατότητες εξέλιξης.

Μου έλεγαν επίσης ότι η ζωή στο λεκανοπέδιο είναι πιο ζωηρή με ρυθμούς και συγκινήσεις, που σε απογειώνουν…

Εννοούσαν προφανώς ότι οι ρυθμοί και τα ενδιαφέροντα της ζωής σε απογειώνουν εσωτερικά, ίσως και στο μυαλό, γιατί εξωτερικά, στους δρόμους και στις λεωφόρους σε προσγειώνουν και σε καθηλώνουν μέσα σε ένα απέραντο κομφούζιο.

Γράφει ο Νίκος Δημαράς

“Είναι θέμα συνήθειας” μου έλεγε ένας ταξιτζής, που έτυχε να είναι Θεσσαλονικιός (γεννηθείς σε χωριό του Κιλκίς), αλλά μένει και εργάζεται χρόνια στην Αθήνα.

“Έχω συνηθίσει και σε πιο δύσκολες κυκλοφοριακές συνθήκες”, συνεχίζει χαμογελώντας καθώς ανεβαίναμε την Βασ. Σοφίας προς το πρώην Χίλτον, το οποίο ανακαινίζεται, κατεδαφίζεται εν μέρει και εκπέμπει νέφη σκόνης. (Ένα κτιριακό κόσμημα είχε η Βασ. Σοφίας και το καταστρέφουν κι αυτό. Τώρα είναι στη μόδα οι γυάλινοι πύργοι με 25 ορόφους και άνω).

Ευχάριστος ο φίλος ταξιτζής με χιούμορ και ευγένεια. Η κούρσα έκανε τέσσερα ευρώ και δεν ήθελε περισσότερα. Ίσως ήταν η εξαίρεση ανάμεσα σε κάτι άλλα “γεράκια” της Ομόνοιας. “Χαιρετισμούς στην πατρίδα” μου λέει με προσμονή και για ένα δικό του ταξίδι στη Θεσσαλονίκη.

Είχα φτάσει στην Αθήνα το προηγούμενο απόγευμα με το αυτοκίνητο, οδηγώντας από Θεσσαλονίκη πέντε ώρες, μετά από δύο στάσεις στον Ευαγγελισμό (μετά τα Τέμπη) και στην Αταλάντη. Το ταξίδι καλό αν εξαιρέσεις το “γδάρσιμο” στα διόδια, ακόμη και στην μποτιλιαρισμένη είσοδο της Αττικής οδού. Ακριβώς 37,50 ευρώ για να πας και άλλα τόσα για να γυρίσεις.

Μια Αττική οδός τίγκα στα αυτοκίνητα. Κάθε λωρίδα και ένας συρμός, σαν να είναι βαγόνια, κολλητά το ένα πίσω από το άλλο και να τρέχουν δαιμονισμένα.

Είπα να βγω στην Κηφισίας για να κατέβω στο κέντρο, διότι από την Κηφισού θα ήθελα κα΄να δίωρο.  Χαμός. Κολλήσαμε στη μεσαία λωρίδα και μας προσπερνούσαν από δεξιά και αριστερά μικρά αυτοκίνητα (Σμαρτ έξυπνων Αθηναίων) και μηχανάκια σαν μύγες.

Κάποια στιγμή ένα ασθενοφόρο πίσω μας έσκουζε αδίκως. Κάναμε λίγο δεξιά, πατούσαμε στην άλλη λωρίδα, αλλά δεν χωρούσε να περάσει. Πιο κάτω σε ένα άνοιγμα κατάφερε τελικά να χωρέσει και ίσως σώθηκε ο χριστιανός, που μεταφερόταν στο νοσοκομείο. Εδώ η ζωή σου παίζεται κορώνα – γράμματα.

Μετά από 45 λεπτά έφτασα στο κέντρο, εκεί κοντά στο Χίλτον και πήρα βαθιά ανάσα.

Η δοκιμασία τελείωσε εδώ. Θα ακολουθούσαν τα καλά. Και όντως το βραδάκι κατηφορίσαμε προς την Πλάκα και στα παλιά μας στέκια. Ακαδημίας, Βουκουρεστίου, Πανεπιστημίου, μπροστά μας το ιστορικό “Ζώναρς”, μετά στη στοά με τα εκλεκτά εστιατόρια, απέναντι η Σταδίου, η Παλιά Βουλή, η στοά  Ανθίμου Γαζή 9 των νεανικών μας χρόνων, η Πλατεία Καρύτση, η οδός Κολοκοτρώνη, η Πραξιτέλους και η άλλοτε ακμάζουσα αγορά της Αθήνας, που τώρα θυμίζει γκέτο με κλειστά μαγαζιά και κάπου – κάπου μπαράκια και γυράδικα.

Περνάμε Ερμού, Μητροπόλεως και ω του θαύματος φτάνουμε στην όμορφη Πλάκα, όπου όλα αλλάζουν και γίνονται μαγικά. Ταβερνάκια περιποιημένα με ζωγραφιές και όμορφα τραπεζομάντιλα, με μουσικές να διαχέονται γύρω και να αλλάζουν τις διαθέσεις και με πλήθη τουριστών να μπαινοβγαίνουν στου Μπαϊρακτάρη και δίπλα στο ουζερί “Η Ωραία Ελλάς”.

Πιο πέρα στην Πλατεία Μοναστηρακίου όλες οι φυλές του κόσμου να αναζητούν την διασκέδαση με μεταλλικά κουτάκια μπίρας, παίζοντας το αέναο παιχνίδι του έρωτα με τα εφήμερα φλερτ στη νέα εποχή της πολυπολιτισμικότητας, κάτω από τα βράχια της πεφωτισμένης Ακρόπολης.

Η Αθήνα βουίζει, η Αθήνα σείεται μέσα σε παταγώδεις ρυθμούς, εξελίσσεται, μαζεύει κόσμο και πολλούς τουρίστες, που κάνουν ουρές στο Μουσείο της Ακρόπολης, στην Εθνική Πινακοθήκη, στο Αρχαιολογικό Μουσείο, στο ίδρυμα “Στ. Νιάρχος”, στα γήπεδα και στα γεμάτα μαγαζιά.

Οι δουλειές πολλές, οι ευκαιρίες περισσότερες, τα σπίτια δυσεύρετα, τα ενοίκια στα ύψη, αλλά ο κόσμος εδώ μαζεύεται. Δεν τον νοιάζει αν κάνει 40 λεπτά από του Ζωγράφου έως τον Σταθμό Λαρίσης. Παρά την λειτουργία πολλών γραμμών του Μετρό, η Αθήνα παρουσιάζει εικόνα φρακαρισμένης μεγαλούπολης από κυκλοφοριακής πλευράς, αλλά όλος αυτός ο κόσμος, τα “μιλιούνια” των ανθρώπων που κυκλοφορούν δεν το βάζουν κάτω.

Μοιάζουν με μυρμήγκια, που πηγαινοέρχονται κουβαλώντας κάτι τις για τον χειμώνα με την αίσθηση ότι θα καταφέρουν κάτι καλύτερο αύριο. Μπορεί και όχι, αλλά εδώ τουλάχιστον οι ελπίδες είναι περισσότερες, όπως μας λέει μια Θεσσαλονικιά συνάδελφος.