Διαβάζω ότι έγινε ο μικρός χαμός στην παραλία της Θεσσαλονίκης από νέους και νέες, που έκαναν ουρές για να πάρουν ένα κοκτέϊλ από ένα υπαίθριο παρασκευαστήριο … Στριμωξίδι, φασαρία και φτηνή φιλοσοφία για την άδικη ζωή, όπως θα έλεγε κατά παράφραση ο Κώστας Χατζής.

Έκαναν και δηλώσεις στα μέσα ενημέρωσης οι νέοι. “Πως θα αντέξω χωρίς καφέ;” αναρωτήθηκε ένας 28χρονος.

“Δεν μπορούμε να μείνουμε μέσα, μπουχτίσαμε τρεις μέρες τώρα”, είπαν δύο φοιτήτριες.

Γράφει ο Νίκος Δημαράς

Είναι προφανές: Στη Θεσσαλονίκη κατέκλυσαν την παραλία, παίρνοντας καφέ από τα ντελιβεράδικα και τα take away coffee, ενώ στην Αττική όρμησαν στις ακτές και στις θερινές πλαζ, πιστεύοντας ότι θα βρουν κάποιο beachbar ανοιχτό για έναν φρέντο καπουτσίνο.

Και το βράδυ, το βραδάκι στη Σαλονίκη με ωραίο Σαββατιάτικο καιρό βόλτα στην παραλία και αναζήτηση κοκτέϊλς, που ο “πονηρός πραματευτής” είχε εξασφαλίζει σε ένα υπαίθριο – συρόμενο παρασκευαστήριο.

“Ποιος κοροναϊός και μαλ.. αηδίες; Αυτά είναι για τα παππούδια…” έλεγαν οι νεαροί, καθώς μάλιστα έμαθαν ότι ο κίνδυνος για τις μικρές ηλικίες είναι σχεδόν ασήμαντος.

Σιγά μη χαλάσουν την ζαχαρένια τους τα παιδιά… Διπλή ζάχαρη στον ανάμικτο χυμό σε χάρτινο ή σε πλαστικό, την κοπελιά αγκαλιά και φιλιά στο παγκάκι. Οι εικόνες είναι πραγματικές.

Για να πω την μαύρη αλήθεια έβλεπα μέσα από το αυτοκίνητο ένα ζευγαράκι δίπλα στο πάρκο να φιλιέται και κατά βάθος χαιρόμουν. Σιγά μη λογαριάζει ο έρωτας τους κοροναϊούς και τις ηθικολογίες…

Ναι μεν αλλά. Μάλλον εδώ έχουμε να κάνουμε με άγνοια κινδύνου ή με αυτό, που λένε “σταρχιδιστιμό”, αλλά οι νέοι έτσι έχουν μάθει, έτσι μεγάλωσαν και αυτά τα πρότυπα κληρονόμησαν από εμάς, που ζήσαμε στο απώγειο των μπουζουκιών, των κλάμπ και των καφέ.

Αλλά και σε άλλες εποχές συνέβαιναν τραγικές καταστάσεις με επικίνδυνες μεταδοτικές ασθένειες, που οι νέοι τις έγραφαν εκεί που δεν σβήνει…

Η εξαιρετική συγγραφέας Ζυράννα Ζατέλη από τον Σοχό Λαγκαδά περιγράφει ένα περιστατικό με μια ηλικιωμένη γυναίκα, που την είχαν απομονώσει σε ένα καλυβάκι μερικά χιλιόμετρα έξω από το χωριό γιατί είχε μεταδοτική αρρώστια. Η περιγραφή είναι συγκλονιστική στο βιβλίο της Ζυράννας με τίτλο “Στην Ερημιά με χάρι”.

Την έστειλαν να πάει φαγητό στη γιαγιά μέσα σε ένα κατσαρολάκι και της είπαν να το κρεμάσει στην πόρτα της καλύβας και να φύγει. Αυτή όχι μόνο δεν το κρέμασε, αλλά μπήκε στην καλύβα και άρχισε να τρώει το φαγητό μαζί με την γιαγιά, χρησιμοποιώντας το ίδιο κουτάλι. Και δεν κόλλησε τίποτε.

Το μήνυμα ήταν ότι τα νιάτα δεν …μασάνε από φόβους. Και ότι κατά υπερβατικό τρόπο η θέληση, η αγάπη και η πίστη νικούν όλα τα δεινά.

Μακάρι και εν προκειμένω να κυριαρχήσουν οι βαθιές αυτές αξίες και οι ανεξερεύνητες δυνάμεις της ψυχής, αλλά μάλλον οι συγγραφείς και ρομαντικοί βγαίνουν στο τέλος χαμένοι…