Να ξυπνάς τη δεύτερη μέρα του ολικού lockdown στη Θεσσαλονίκη, να κυριαρχεί γύρω σου το γκρίζο του μουντού καιρού και της δυσθυμίας των ημερών, να έχουν κλείσει ακόμη και τα καφέ του δρόμου (Take away) και να σκέφτεσαι ότι πρέπει να βρεις τρόπο για αλλαγή διαθέσεων.

Να κατεβαίνεις στο αυτοκίνητο για να πας να αγοράσεις τα στοιχειώδη εφόδια με κωδικό 4, να τον παίρνει αμέσως το σύστημα του κ. Χαρδαλιά στο κινητό και να οπλίζεσαι με τα έσχατα αποθέματα της υπομονής.

Γράφει ο Νίκος Δημαράς

Να  γυρίζεις το κλειδί στη μίζα του αυτοκινήτου, αλλά να μην παίρνει αμέσως μπροστά ή μάλλον να παίρνει λίγο και μετά να σβήνει. Ξανά μπροστά, ξανά σβήσιμο. Ξανά και ξανά…

Οπότε τι άλλο; Οδική βοήθεια. Ευτυχώς αυτή την φορά δεν έχουμε μεγάλη καθυστέρηση. Έρχεται το όχημα σε 20 λεπτά, ανοίγουμε καπό, δοκιμάζουμε μπαταρία, όλα μια χαρά εκ πρώτης όψεως. Η μπαταρία καλή, αφού πρόσφατα την αλλάξαμε, το ιμομπιλάϊζερ λειτουργεί μια χαρά, όπως και τα άλλα συστήματα, χωρίς να ανάβει οποιοδήποτε λαμπάκι.

Τα μόνα λαμπάκια, που αρχίζουν να ανάβουν είναι τα δικά μου… Ο μηχανικός – οδηγός του οχήματος της οδικής βοήθειας ψάχνει ακόμη μέσα στα καλώδια και αποφαίνεται:

– Είναι το μπιστριμπιτέρ…

– Δηλαδή;

-Να τα καλώδια του πολλαπλασιαστή δεν μοιράζουν σωστά του ρεύμα…

Και καθώς τον ακούω τα νεύρα μου συναγωνίζονται τα καλώδια, ενώ το μυαλό μου κοντεύει να γίνει ντιστριμπιτέρ…

Κάνει μια προσωρινή ρύθμιση με ένα κόλπο ο μηχανικός (όλο κόλπα είναι αυτοί οι μηχανικοί) και μου δίνει εντολή σε αυστηρό τόνο και στον ενικό φυσικά: “Θα το πας στο συνεργείο, αλλά δεν θα σου σβήσει στο δρόμο…” “Βεβαίως, ό,τι πείτε κύριε…”, του απαντώ.

Φεύγει ο τύπος κι εγώ παίρνω το δρόμο για το συνεργείο, αφού συμβουλεύομαι τον χάρτη του GPS στο κινητό. Μαντέψτε που μου δείχνει να πάω. Μου δείχνει την οδό Μαντινείας παρακαλώ…

Και προχωράω ευχόμενος να μην με σταματήσει κάποιο μπλόκο της αστυνομίας, περνάω Βούλγαρη, παίρνω Κ. Καραμανλή (Νέα Εγνατία) κατεβαίνω Συνδίκα και ιδού η Μαντινείας.

Αστυνομικοί  πουθενά. Ευτυχώς…Τι να τους έλεγα; Ότι έχω βάλει μήνυμα με κωδικό 4 για σούπερ μάρκετ αλλά εγώ πάω συνεργείο; Αφού ο κ. Χαρδαλιάς δεν προέβλεψε ότι υπάρχουν και τέτοιες έκτακτες ανάγκες.

Με πολλές αρνητικές σκέψεις φτάνω. Ρωτάω: “Εδώ είναι το συνεργείο του Νίκου;” Βγαίνει ένας νεαρός στην είσοδο: “Ναι εδώ…” “Α… μάλιστα. Νόμισα ότι είναι λουλουδάδικο…”, ψιθυρίζω.

Αυτή είναι η πρώτη εικόνα, που βλέπεις φτάνοντας στο συνεργείο.

Λουλούδια παντού. Χρυσάνθεμα, βασιλικοί αγιορείτικοι, αγγελικούλες και άλλα μικρότερα κρεμασμένα σε ωραίες γλάστρες.Ένα πανέμορφο συνεργείο στην γκρίζα πόλη και σε μια πυκνοκατοικημένη περιοχή, κοντά στη Μαρτίου, που θέλει περισσότερη φροντίδα.

Βλέπω τα λουλούδια και ανοίγει η ψυχή μου, αλλάζουν οι διαθέσεις και ξεχνάω καλώδια και ντιστριμπιτέρ.

Σε πρώτο πλάνο η αγγελικούλα, με φόντο χρυσάνθεμα και βασιλικούς.

Σε λίγο βγαίνει και ο Νίκος, ο Κεπεσίδης, που αν δεν ήταν μηχανικός αυτοκινήτων θα ήταν γεωπόνος ή επιτυχημένος κηπουρός. Βγαίνει χαμογελαστός και μου εκμυστηρεύεται την αγάπη του για τα λουλούδια και τα δέντρα.

Ο Νίκος Κεπεσίδης, που πριν πιάσει τα εργαλεία της δουλειάς φροντίζει τα λουλούδια, δημιουργώντας μια όαση καλών διαθέσεων στη γειτονιά.

“Χαίρω, πολύ, συνάδελφος”, του λέω… “Μηχανικός;” ρωτάει. “Όχι. Κηπουρός…”

Τα λέμε σε ευχάριστη ατμόσφαιρα, μου μιλάει για το χωριό του, την Αυγή Λαγκαδά με την επεξήγηση “όχι Χρυσαυγή, αλλά Αυγή”.

Ανταλλάξαμε απόψεις περί χρυσανθέμων και κηπευτικών, κάνοντας και σχετικές πλάκες, οπότε η μέρα άλλαξε άρδην. Σε λίγο όλα έφτιαξαν. Το αυτοκίνητο, ο καιρός και οι διαθέσεις.

Τι θέλει ο άνθρωπος; Δυο φιλικές κουβέντες, μερικά χαμόγελα και λίγα χρώματα στη ζωή. Κι αν είναι από χρυσάνθεμα τόσο καλύτερα…