Με το νου να γυρίζει πίσω στις ένδοξες μέρες, που οι πρόγονοί μας καταδίωξαν τις φασιστικές ορδές του Μουσολίνι σε τούτα τα βουνά της Βορείου Ηπείρου ολοκληρώνουμε σήμερα το οδοιπορικό μας, τιμώντας το ΟΧΙ, που παραμένει ως διαχρονικό μήνυμα στο λόφο του Καλπακίου. Παράλληλα παρουσιάζουμε μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη με τον πρώην πρόεδρο της ΟΜΟΝΟΙΑΣ, της μεγαλύτερης ομογενειακής οργάνωσης στη Βόρεια Ήπειρο, Λεωνίδα Παππά, που μας εξιστορεί τα δεινά των Ελλήνων επί δεκαετίες και το πως στάθηκαν όρθιοι κάτω από βασανιστικά καθεστώτα μέχρι σήμερα.
………………………………………………………
Αφού περιγράψαμε την κατάσταση και όσα είδαμε και ζήσαμε στους Αγίους Σαράντα και στο Αργυρόκαστρο, αφήνουμε πίσω μας το Τεπελένι με μια πικρία για την ερήμωση και την παρακμή του άλλοτε σημαντικού αυτού κέντρου για τον ελληνισμό. Μετά από περίπου 100 χιλιόμετρα και αφού περάσαμε χωριά και κωμοπόλεις φτάσαμε κοντά στο Φιέρ, απ΄ όπου στρίψαμε για τον Αυλώνα.
Γράφει ο Νίκος Δημαράς
Η αλήθεια είναι ότι μπερδευτήκαμε λίγο, αφ΄ενός γιατί η σήμανση είναι ανεπαρκής και αφ΄ετέρου γιατί δεν βλέπαμε πουθενά πινακίδα με λέξη AVLONA, έστω σε μια διεθνή γλώσσα. Τελικά είδαμε το VLORE, όπως μετονομάστηκε ο Αυλώνας, χωρίς να θυμίζει τίποτε από την ιστορία και την ελληνικότητα αυτής της μεγαλούπολης, που πρέπει να αριθμεί σήμερα πάνω από 130.000 κατοίκους και ας αναφέρεται η προηγούμενη απογραφή σε 80.000 ανθρώπους.
Μεγαθήρια ξενοδοχεία και οικοδομικά συγκροτήματα με ξένους επενδυτές, τεράστια πλακοστρωμένη παραλία με μια πολυσύχναστη λεωφόρο διπλής κατευθύνσεως, αυτοκίνητα με αγχωμένους οδηγούς να τρέχουν πάνω κάτω, λεωφορεία με απλούς καθημερινούς ανθρώπους της δουλειάς, εστιατόρια πάσης φύσεως μαζί με πιτσαρίες και μπαρ να καλύπτουν όλο το παραλιακό μέτωπο κι εσύ να ψάχνεις για εστίες ελληνισμού.
“Ψύλλους στα άχυρα” ψάχνεις, μου λέει μια ευγενής κυρία στο εστιατόριο, που καθίσαμε για ψαρικά. Οι περισσότεροι έχουν φύγει, όπως είχε κάνει και η ίδια, που έζησε για επτά χρόνια στην Παλαιομάνινα Αιτωλοακαρνανίας, κοντά στο Αγρίνιο, όπου έμαθε την καλλιέργεια του καπνού, αλλά γύρισε στον Αυλώνα για να κάνει μια νέα οικογενειακή αρχή.
Ο Αυλώνας (στα αλβανικά Vlorë) είναι το δεύτερο μεγαλύτερο λιμάνι της Αλβανίας μετά το Δυρράαχιο, με τεράστια ανάπτυξη και μεγάλη τουριστική κίνηση.
Είναι η πόλη, όπου κηρύχθηκε η Αλβανική Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας στις 28 Νοεμβρίου 1912 και ήταν για ένα μικρό διάστημα πρωτεύουσα της Αλβανίας.
Η ίδρυσή της ανάγεται στον 6ο αιώνα π.Χ ως ελληνική αποικία με το όνομα Αυλών και κατοικούμενη έκτοτε για 26 περίπου αιώνες. Είναι σήμερα το πλέον σημαντικό οικονομικό και πολιτιστικό κέντρο της Νότιας Αλβανίας και αποτελεί έδρα του Πανεπιστημίου του Αυλώνα. Είναι το δεύτερο μεγαλύτερο πανεπιστήμιο στην Αλβανία.
Το Πανεπιστήμιο Τζούτζινο Ισμαήλ Κεμάλ ιδρύθηκε το 1994 ως Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο. Ξεκίνησε με λίγες εκατοντάδες φοιτητές και σήμερα έχει σχεδόν 15.000. Εξακολουθεί να εστιάζει στην τεχνολογία, αλλά έχει επεκταθεί στους τομείς οικονομίας και χρηματοοικονομικών, εκπαίδευσης, ιατρικής και νομικής και είναι το κορυφαίο ερευνητικό πανεπιστήμιο της Αλβανία.
Το 1994 στην πόλη ζούσαν 8.000 Έλληνες ντόπιοι ελληνόφωνοι, αλλά σήμερα έχει επέλθει αφομοίωση των πληθυσμών και δεν φαίνονται επίσημες καταγραφές σε ελληνικές οργανώσεις. Ωστόσο είναι εμφανές το ελληνικό στοιχείο και εδώ, καθώς ομιλείται η ελληνική γλώσσα από αρκετούς απλούς ανθρώπους. Κυριαρχούν όμως τα αγγλικά και τα ιταλικά, καθώς ένα μεγάλο μέρος των επιχειρήσεων εστίασης είναι σε ιταλικά χέρια.
Στη Χειμάρρα με ελληνικό καφέ
Μας προτείνουν πίτσες διαφόρων ονομασιών και γεύσεων, αλλά εμείς προτιμάμε να πιούμε έναν ελληνικό καφέ στη Χειμάρρα, περίπου 80 χιλιόμετρα νότια μέσω της παραλιακής οδού, η οποία έχει μεγάλες δυσκολίες με στροφές και λακκούβες.
Μας αποζημιώνει όμως το σούρουπο στη Χειμάρρα, καθώς η πόλη λούζεται από τους διακτινισμούς ενός υπέροχου ηλιοβασιλέμματος. Βρίσκουμε μια σύγχρονη καφετέρια με ελληνική ονομασία και καθόμαστε ανάμεσα σε νέους, αλλά και ηλικιωμένους ανθρώπους.
Ο νεαρός σερβιτόρος μας μιλάει με άψογα ελληνικά και μας λέει ότι σερβίρουν και ελληνικό καφέ. Ακριβώς δίπλα μας ένας ηλικιωμένος και καλοβαλμένος άντρας πίνει ευλαβικά ελληνικό καφέ επίσης, δείχνοντας να τον απολαμβάνει. Τον πλησιάζω παίρνοντας μαζί μου και το φλυτζάνι. Μιλάμε σιγανά και προσεκτικά, νομίζοντας ότι “και οι τοίχοι έχουν αυτιά”. “Μην ανησυχείς, όλοι εδώ είμαστε Έλληνες”, μου λέει.
Μου αφηγείται την ιστορία του. Έφυγε από τη Χειμάρρα για την Ελλάδα σε ηλικία 18 ετών, μετά την αποφοίτησή του από το λύκειο. Κατέληξε στην Αθήνα, όπου άρχισε να εργάζεται. Έκανε δύο και τρεις δουλειές ταυτόχρονα. Σε λίγα χρόνια είχε αγοράσει δύο περίπτερα σε κεντρικά σημεία, ένα ψιλικατζίδικο δυτικά και ένα μίνι μάρκετ στα νότια προάστια. Μόνο από το ένα κεντρικό περίπτερο έβγαζε 3.500 ευρώ την ημέρα. Πολλά λεφτά. Σε 30 χρόνια τα μάζεψε και ήρθε στη Χειμάρρα, όπου έφτιαξε ένα ξενοδοχείο 65 δωματίων, από τα καλύτερα στην περιοχή.
“Είμαι Έλληνας και κάνω αυτό, που θα κάνατε κι εσείς στο χωριό σας”, μου λέει. “Όπως εσείς πηγαίνετε στο χωριό σας το Πάσχα και το Καλοκαίρι, έτσι κι εγώ. Έρχομαι εδώ τον Απρίλιο και φεύγω τον Νοέμβριο. Άλλωστε όλοι εδώ σε ποσοστό πάνω από 95% είμαστε Έλληνες, έστω και αν πηγαινοερχόμαστε στην Ελλάδα”.
Πάντως οι επίσημες απογραφές δείχνουν πολύ μικρότερο ποσοστό Ελλήνων, αν και αμφισβητούνται για την γνησιότητά τους.
Το μικρόβιο της διχόνοιας
Τον ρωτάω για τα πολιτικά, για την περίπτωση του Φρέντυ Μπελέρη και για τις σχέσεις της ελληνικής μειονότητας με την κυβέρνηση. “Μας τρώει το μικρόβιο της διχόνοιας”, μου απαντάει. “Όπως παντού στην Ελλάδα. Είμαστε μοιρασμένοι. Και έτσι βρίσκουν την ευκαιρία οι εκάστοτε άνθρωποι της κεντρικής εξουσίας και εκμεταλλεύονται τις διαφορές μας. Ο καθένας θέλει τους δικούς του κομματικούς φίλους. Αλλά αυτό δεν είναι καλό για την κοινωνία και ειδικά για εμάς τους Έλληνες”.
Το Κόμμα της Ένωσης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ελληνικό) εξασφάλισε το μεγαλύτερο αριθμό συμβούλων στο δημοτικό συμβούλιο, κατά τις τελευταίες δημοτικές εκλογές, αλλά ένας μεγάλος αριθμός στράφηκε στο Σοσιαλιστικό Κόμμα του Έντι Ράμα και ακολούθησαν τα γνωστά γεγονότα.
Η πόλη της Χειμάρρας αποτελείται από την παλιά πόλη, το Κάστρο, που βρίσκεται μέσα και γύρω από το παλιό κάστρο, και την παραλιακή περιοχή των Σπηλαίων, που είναι το τουριστικό και οικονομικό κέντρο της περιοχής.
Υπάρχουν αρκετές ορθόδοξες εκκλησίες και μοναστήρια, χτισμένα κατά την παραδοσιακή βυζαντινή αρχιτεκτονική, όπως το Μοναστήρι του Σταυρού, η ιστορική μονή Ζωοδόχου Πηγής γνωστή ως Αθαλιώτισσα, η μονή των Αγίων Θεοδώρων, η Παναγία στις Δρυμάδες και ο Άγιος Δημήτριος στο Κηπαριό. Εξάλλου μερικές εκκλησίες βρίσκονται μέσα στο κάστρο της Χειμάρρας.
Η συνέντευξη με τον Λεωνίδα Παππά, πρ. Πρόεδρο της ΟΜΟΝΟΙΑΣ –
Η επιστροφή στους Αγίους Σαράντα μας βρίσκει πιο αισιόδοξους, καθώς πρόκειται να συναντήσουμε έναν από τους πιο σημαντικούς ανθρώπους της ομογένειας, τον Λεωνίδα Παππά, που έχει τις γνώσεις, το κύρος και την συγκρότηση να μας παρουσιάσει όλο το ιστορικό της ΟΜΟΝΟΙΑΣ, της ομογενειακής οργάνωσης, στην οποία ήταν πρόεδρος, αλλά να μας περιγράψει και το σήμερα για τους Έλληνες της περιοχής.
Ο Λεωνίδας, αρκετά νέος, με σπουδές στο Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και μεταπτυχιακό, είναι από το χωριό Αλύκο και ζει τώρα στους Αγίους Σαράντα, αλλά διατηρεί σημαντικές επαφές με την Ελλάδα.
Αρχίζουμε την κουβέντα με αφήγηση για τα παιδικά του χρόνια. Μας λέει για τις διώξεις του πατέρα του, για τις φυλακίσεις και για το πρώτο πούλμαν, που ξεκίνησε το 1987 για την Ελλάδα. Μέχρι τότε οι Έλληνες της Βορείου Ηπείρου ήταν κλεισμένοι και απομονωμένοι από τον έξω κόσμο.
Κάθε απόπειρα διαφυγής τιμωρούνταν με 20 χρόνια φυλάκιση. Σε όλα τα χωριά μιλούσαν ελληνικά. “Μιλάμε για 99 χωριά στην ευρύτερη περιοχή Δελβίνου, Αγίων Σαράντα και Αργυροκάστρου”, σημειώνει. “ Όμως δεν υπήρχαν εκκλησίες, ούτε μας άφηναν να δίνουμε στα παιδιά χριστιανικά ονόματα. Ήταν η μόνη χώρα στον κόσμο, που είχε καθιερώσει την αθεία με συνταγματικό τρόπο. Στα κορίτσια έδιναν ονόματα από λουλούδια και δέντρα, όπως Λεμονιά, Τριανταφυλλιά, Γαρυφαλλιά κλπ. Την αδελφή μου εμείς την φωνάζαμε Αλεξάνδρα, διότι έτσι την έλεγαν οι γονείς μου. Αλλά όταν πήγε στο σχολείο την έλεγαν Ανθή, γιατί έτσι ήταν γραμμένη στα επίσημα χαρτιά”.
Ο Λεωνίδας Παππάς μας μιλάει για την συγκρότηση της ΟΜΟΝΟΙΑΣ που έγινε με κινήσεις από χωριό σε χωριό στις 11 Ιανουαρίου του 1991 και αποτέλεσε την ισχυρή φωνή του ελληνισμού τα επόμενα χρόνια.
Μετά την κατάρρευση του κομμουνιστικού καθεστώτος όλα άλλαζαν κάτω από δύσκολες και απρόβλεπτες συνθήκες. Ο κόσμος αναζητούσε το καινούργιο και ο ελληνισμός διψούσε για να ξαναβρεί τις αξίες και τα ιδανικά του.
Ο Λεωνίδας αφηγείται:
“Στο χωριό Αλύκο και στην περιοχή δεν υπήρχε ιερέας. Όταν κατέρρευσε το καθεστώς οι χωριανοί πήγαν στο σπίτι του πατέρα μου και του ζήτησαν να γίνει αυτός παππάς. Ήταν τότε 52 ετών. Είχε σπουδάσει στην Ακαδημία Αργυροκάστρου και εθεωρείτο από τους πιο μορφωμένους στην περιοχή. Ο πατέρας μου στην αρχή αρνήθηκε, αλλά οι ανάγκες και το καθήκον τον οδήγησαν να ενδυθεί το ιερατικό σχήμα. Έγινε πρώτη φορά διάκονος, δίπλα στον αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο και έκτοτε ιερουργεί”.
Η πρώτη εξέγερση μετά τους φόνους τεσσάρων παλικαριών
Οι Έλληνες, υπέστησαν πολλά δεινά και με την κατάρρευση του καθεστώτος του Χότζα άρχισαν δυναμικές αντιδράσεις, ως να επρόκειτο για ένα ξέσπασμα μετά από δεκαετίες φοβερής καταπίεσης.
Η μεγάλη εξέγερση έγινε το 1990, επί καθεστώτος Ραμίζ Αλία, την χρονιά, που τέσσερις νέοι από 16 μέχρι 27 χρονών έπεσαν νεκροί από τα πυρά αστυνομικών καθώς πήγαιναν να περάσουν τα σύνορα προς την Ελλάδα.
Ο Λεωνίδας Παππάς θυμάται το θλιβερό γεγονός με συγκίνηση:
“ Οι χωριανοί έβαλαν τα νεκρά παλικάρια σε κόκκινα φέρετρα και μαζεύτηκαν χιλιάδες άνθρωποι από τα γύρω χωριά. Τότε αποφασίστηκε να σχηματιστεί μια πομπή, που να φτάσει μέχρι τους Αγίους Σαράντα. Έτσι και έγινε. Μπροστά τα κόκκινα φέρετρα και πίσω οι χιλιάδες άνθρωποι με μοιρολόγια και συνθήματα κατά του καθεστώτος.
Όταν φτάσαμε κοντά στους Αγίους Σαράντα βρέθηκε μπροστά μας ο στρατός με παρατεταγμένα όπλα. Οι δικοί μας συνέχιζαν να προχωρούν και ήρθαν σώμα με σώμα με τους στρατιώτες, οι οποίοι δεν χρησιμοποίησαν όπλα και σιγά – σιγά στάθηκαν στην άκρη. Είχαμε όμως να αντιμετωπίσουμε την αστυνομία.
Οι χωριανοί με συνθήματα, όπως “Αλία, Αλία δολοφόνε” συγκρούστηκαν με τους αστυνομικούς και συνέχισαν την πορεία. Έτσι γράφτηκε η πρώτη εξέγερση στην Αλβανία από το χωριό μας, το Αλύκο. Καταγράφηκε ως πρώτη και ακολούθησαν οι εξεγέρσεις φοιτητών και άλλων στα Τίρανα.
Η οργάνωση της ΟΜΟΝΟΙΑΣ και η αποδυνάμωση
Μετά αρχίσαμε την οργάνωση και ιδρύθηκε η ΟΜΟΝΟΙΑ στις 11 Ιανουαρίου του 1991. Η οργάνωση επεκτάθηκε σε 99 χωριά και στις εκλογές, που ακολούθησαν βγάλαμε πέντε βουλευτές. Το 1992 η ΟΜΟΝΟΙΑ τέθηκε εκτός νόμου, οπότε δημιουργήθηκε το Κόμμα Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, που περιέλαβε όλες τις μειονότητες. Η ΟΜΟΝΟΙΑ βέβαια συνέχισε να λειτουργεί ως οργάνωση, αλλά έχει αποδυναμωθεί. Και αυτό διότι το 90% των Ελλήνων έχει φύγει και άλλοι δεν ενδιαφέρονται. Εγώ ήμουν Γενικός Πρόεδρος από το 2015 μέχρι το 2018 σε μια πολύ δύσκολη εποχή. Προσπάθησα να διαμορφώσω νέες συνθήκες και να δώσω σύγχρονη οργανωτική δομή. Αλλά δεν πειράζει. Αρκεί, που νοιαζόμαστε και διατηρούμε ζωντανή την σχέση με την πατρίδα”.
Τον ρωτάω τι θα ήθελε από την σημερινή ελληνική κυβέρνηση:
“Εμείς βλέπουμε πατρίδα, δεν βλέπουμε κυβερνήσεις. Να νοιάζονται θέλουμε, ανεξάρτητα από κόμματα και παρατάξεις”.
Ο Λεωνίδας στρέφεται και κοιτάει απέναντι προς τα βουνά της βόρειας Κέρκυρας. Με βλέμμα σταθερό και πεισματικό, σαν να θέλει να δείξει ότι τα γνήσια αισθήματα, που φωλιάζουν μέσα του για την πατρίδα, είναι αδιαπραγμάτευτα. Με τέτοιους νέους ανθρώπους ο ελληνισμός δεν έχει τίποτα να φοβάται.