Ναι μεν η ανακοίνωση του υπουργείου εξωτερικών καταδίκασε με τον πιο έντονο τρόπο την ακραία τουρκική πρόκληση στο Καστελόριζο με την πτήση drone, που λέρωσε την ελληνική σημαία και εξέπεμπε εμβατήρια και τον εθνικό ύμνο της Τουρκίας, αλλά παραμένουν πολλά ερωτήματα γιατί δεν υπήρξε μια πιο αποφασιστική στάση.

Το λιγότερο, που θα μπορούσε να γίνει είναι μια τεχνική εμπλοκή, ώστε να αδρανοποιηθεί το τουρκικό drone υπό μορφή προειδοποίησης και το δεύτερο να καταρριφθεί. Από την στιγμή, που ένα ξένο ιπτάμενο αντικείμενο παραβιάζει τον εναέριο χώρο και μάλιστα με θρασύτατο τρόπο, σε χαμηλό ύψος ώστε να ρίχνει χρώματα στη σημαία του βράχου, οφείλεις να ενεργήσεις σύμφωνα με τους κανόνες του διεθνούς δικαίου, αλλά και με τα προβλεπόμενα από το ελληνικό σύνταγμα για προάσπιση της εθνικής κυριαρχίας.

Αν πράγματι οι δράστες ήταν ιδιώτες, Τούρκοι εθνικιστές και όχι στρατιωτικοί, δεν θα υπήρχε θέμα στρατιωτικής εμπλοκής, αφού η κατάρριψη δεν θα στρεφόταν κατά του επίσημου τουρκικού κράτους.

Άλλωστε το drone είναι μη επανδρωμένα, οπότε δεν θα υπήρχε κίνδυνος για ανθρώπινες ζωές.

Τα καίρια ερωτήματα

Συνεπώς η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να δώσει εξηγήσεις. Γιατί δεν έγιναν οι ενδεδειγμένες ενέργειες ώστε να αποτραπεί η προσβολή της ελληνικής σημαίας.

Μήπως δεν υπήρχε ετοιμότητα; Μήπως κάποιοι αδράνησαν; Μήπως δεν έχει επακριβώς ξεκαθαριστεί ποιοι έπρεπε να ενεργήσουν, αφού το drone δεν ήταν στρατιωτικό;

Μήπως τα μέσα για την αντιμετώπιση τέτοιων προκλήσεων δεν βρίσκονται εκεί, που πρέπει;

Διότι αν δεν υπάρξει επίσημη απάντηση θα είναι άνευ ουσίας το λεχθέν:«όποιος πατήσει τα πόδια του στο έδαφός μας, πρώτα θα τον κάψουμε και μετά θα ρωτήσουμε ποιος είναι».

Μήπως με αυτή την “ψύχραιμη” ελληνική στάση η Τουρκία αποθρασύνεται και ξεκινά νέος κύκλος προκλήσεων;

Αξίζει να αναφερθεί πάντως ότι υπήρχε χρόνος αντίδρασης, καθώς το τουρκικό drone ξεκίνησε από την πόλη Κας και διασχίζοντας τα δύο μίλια που χωρίζουν τα τουρκικά παράλια από το Καστελόριζο, πέταξε επί 40 λεπτά πάνω από το ελληνικό νησί μεταδίδοντας από τα ηχεία του τον τουρκικό εθνικό ύμνο και οθωμανικά εμβατήρια.

Αναφέρθηκε ότι επιτελείς του Πενταγώνου εκτιμούν πως όλα αυτά γίνονται «στο πλαίσιο των ψυχολογικών επιχειρήσεων που εδώ και μήνες διεξάγουν οι Τούρκοι εναντίον μας, χρησιμοποιώντας κατά το δοκούν τα ΜΜΕ προκειμένου να προβάλουν υπαρκτές ή κατασκευασμένες κινήσεις εντυπωσιασμού από την πλευρά τους».

Το ερώτημα βεβαίως δεν είναι εάν πρόκειται ή όχι για ψυχολογικές επιχειρήσεις, αλλά αφού παραβίασε τον εναέριο χώρο μας, γιατί δεν το «κάψαμε», σε υλοποίηση της δήλωσης του Αρχηγού ΓΕΕΘΑ.

Είχαν προκαλέσει και κατά την επίσκεψη της Κ. Σακελλαροπούλου

Σύμφωνα με πληροφορίες, που δημοσιεύει το «Θέμα» τη νύχτα της 13ης προς 14ης Σεπτεμβρίου και ενόσω η Πρόεδρος της Δημοκρατίας κυρία Κατερίνα Σακελαροπούλου βρίσκονταν στο νησί, στο πλαίσιο της εκεί διήμερης επίσκεψής της, η ελληνική πλευρά εντόπισε την πτήση ενός άλλου τουρκικοπυ κατασκοπευτικού drone το οποίο πέταξε για αρκετές φορές κατά τη διάρκεια της νύχτας πάνω από το νησί.

Νέα δέσμευση περιοχής για ασκήσεις

Μόνο τυχαίο δεν είναι εξάλλου πως σχεδόν ταυτόχρονα με την πτήση του drone στο Καστελόριζο, ο υδρογραφικός σταθμός Αττάλειας δέσμευσε μία μεγάλη θαλάσσια περιοχή ανάμεσα σε Ρόδο και Καστελόριζο για την πραγματοποίηση ασκήσεων του τορκικού Πολεμικού Ναυτικού με πραγματικά πυρά.

Η διεξαγωγή των ασκήσεων πρόκειται να πραγματοποιηθεί αύριο Τρίτη, από τις 8 το πρωί μέχρι και τις 4 το απόγευμα.

Η αντίδραση από το Υπουργείο Εξωτερικών

Ανακοίνωση με την οποία καταδικάζει την προσβολή της Ελληνικής σημαίας στο Καστελόριζο από Τούρκους εθνικιστές εξέδωσε το υπουργείο Εξωτερικών, σημειώνοντας ότι ενέργειες σαν αυτήν απειλούν να δυναμιτίσουν τις προοπτικές αποκλιμάκωσης της έντασης και ζητά από την Άγκυρα να οδηγηθούν ενώπιον της δικαιοσύνης οι υπεύθυνοι.

«Καταδικάζουμε απερίφραστα τη χθεσινή προσβολή της Ελληνικής σημαίας στο Καστελόριζο. Τέτοιες απαράδεκτες ενέργειες αποσκοπούν να δυναμιτίσουν τις προοπτικές αποκλιμάκωσης της έντασης μεταξύ των δυο χωρών. Αναμένουμε από τις τουρκικές αρχές την άμεση καταδίκη και διερεύνηση του περιστατικού, ώστε οι υπαίτιοι να οδηγηθούν ενώπιον της δικαιοσύνης» αναφέρει ανακοίνωση του υπουργείου Εξωτερικών.