Μόλις αντικρύζεις την Σύμη από το πλοίο αισθάνεσαι ότι είναι μια αγκαλιά. Ένας βαθύς καταγάλανος κόλπος μέσα στα βραχώδη τοπία και γύρω – γύρω σπίτια με χρώματα σομόν και αποχρώσεις κίτρινου, με ομοιόμορφες στέγες και ανηφορικά σοκάκια, που σου δίνουν την αίσθηση μιας σπάνιας αρμονίας. 

Πολύβουο μελίσσι το νησί στα μέσα Αυγούστου και ο κόσμος κάνει οκνηρές βόλτες περιμετρικά του κόλπου, όπου βλέπεις ξένους από όλη την Ευρώπη και άλλες ηπείρους να συνδιαλέγονται με τους ντόπιους στα μικρά μαγαζιά, στα καφέ και στις ταβέρνες, διαμορφώνοντας ένα πολύχρωμο αλλά αρμονικό σύνολο.

Ταξιδιωτικές εντυπώσεις του Νίκου Δημαρά

Το τεράστιο BLUE STAR χωράει με το ζόρι στο μικρό λιμάνι και οι επιβάτες κατεβαίνουν προσεκτικά και υπομονετικά σαν να καταλαμβάνονται από ένα αίσθημα ευλάβειας και σεβασμού προς το ήρεμο νησί. Η έλλειψη αίθουσας αναμονής στο λιμάνι και η κόπωση όσων περιμένουν μέσα στον καυτό ήλιο του κατακαλόκαιρου, ξεροσταλιάζοντας για να επιβιβαστούν στο πλοίο, από το οποίο εμείς κατεβαίνουμε, δεν είναι ικανή για να χαλάσει την διάθεσή μας, αφού ούτως ή άλλως στην Ελλάδα ζούμε… Ούτε οι φωνές, οι κραυγές και οι σφυρίχτρες μιας ξερακιανής λιμενικού, που νόμισε ότι έχει πιάσει τον ονειρεμένο κόσμο της εξουσίας από τα γκέμια, είναι δυνατόν να επηρεάσουν τον θαυμασμό μας για το νησί.

Πρώτος προορισμός ο Πανορμίτης με την ιστορική Μονή Ταξιάρχη  Μιχαήλ του Πανορμίτου. Η διαδρομή μέσα από κακοτράχαλα βουνά και απότομες στροφές, που σε κάνουν να σε πιάνει δέος καθώς κοιτάς προς τα κάτω σε χαράδρες εκατοντάδων μέτρων, δεν ανακόπτει την αγωνία και την ευχάριστη προσμονή για να φτάσεις στο τεράστιο συγκρότημα του μοναστηριού.

Ο

Ο πανέμορφος όρμος στην άκρη του οποίου είναι κτισμένη η μονή του Ταξιάρχη Μιχαήλ του Πανορμίτη.

Και μετά από ημίωρο ταξιδάκι στην άγρια φύση με τους κέδρους, τα αγριοκυπάρισσα, τις γκορτσιές και τις αβραμυθιές να φυτρώνουν και να μεγαλώνουν πάνω στην πέτρα, ιδού ξαφνικά ο περίφημος όρμος, στην άκρη του οποίου υψώνεται το κωδωνοστάσιο  του μοναστηριού. Από ψηλά και μακριά φαίνεται σαν ένα μοναδικό μνημείο της φύσης με μόνη ανθρώπινη παρέμβαση τα στενόμακρα κτίρια του μοναστηριού και τους ξενώνες κατά μήκος της παραλίας.

 

Το επιβλητικό καμπαναριό και δίπλα ο ξενώνα της Μονής, που φιλοξενεί πολλούς επισκέπτες.

Κατεβαίνουμε από το μικρό λεωφορείο και τι να δούμε; Εκατοντάδες άνθρωποι, κυρίως ξένοι σε γκρούπ των 40-50 ατόμων κάθονται υπομονετικά κάτω από τον ήλιο και περιμένουν στην ουρά για να πάνε στο εσωτερικό του μικρού ναού και να προσκυνήσουν την θαυματουργή εικόνα.

Η θαυματουργή εικόνα του Ταξιάρχη Μιχαήλ, που υπό μια ορισμένη γωνία φαίνεται ότι χαμογελάει.

Μέσα στο πλήθος κι εμείς στην ουρά βήμα – βήμα για να δούμε τα σπάνια εκθέματα και τα ιερά μυστήρια, που προσελκύουν χιλιάδες επισκέπτες από όλον τον κόσμο. Ο μικρός ναός με διάκοσμο αγιογραφιών και εξαιρετικής ξυλογλυπτικής τέχνης στο τέμπλο και γύρω από τις εικόνες σε υποβάλλει και σε καθηλώνει.

Απόλυτη σιγή. Προχωράς και φτάνεις μπροστά στην επιβλητική εικόνα του Ταξιάρχη Μιχαήλ, που στο μεγάλο μέρος της είναι επενδεδυμένη με σκαλιστό ασήμι και πάνω – πάνω προβάλλει το πρόσωπο του αγίου, άλλοτε χαμογελαστό αν το βλέπεις πριν περάσεις από μπροστά του και άλλοτε λυπημένο, μόλις το δεις από την άλλη πλευρά. Ίσως είναι μαι τεχνική, που συναρτάται με τις γωνίες του φωτισμού, ίσως…

Πλήθος προσκυνητών από όλο τον κόσμο συρρέει στον μικρό ναό της Μονής.

Τάματα, βραχιολάκια, κομποσκήνια, μικρές φωτογραφίες και ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί ο νους του ανθρώπου κρέμονται γύρω από την εικόνα. Αμέσως μετά είναι τα κηροπήγια, όπου προσέρχονται εν σειρά οι επισκέπτες, πριν εξέλθουν από το συγκρότημα, κάνοντας έναν περιμετρικό περίπατο ανάμεσα σε ιερά σύμβολα και ενθυμήματα. Σε μια μικρή εικόνα διαβάζουμε: “Προστρέχει ευλαβώς ο περιούσιος λαός, αιτών πταισμάτων την λύσιν και των ψυχών σωτηρία…”

Υπάρχουν ενδείξεις ότι το μοναστήρι κτίστηκε γύρω στο 450 μ.Χ., αλλά το καθολικό της Μονής πήρε τη σημερινή του μορφή τον 18ο αιώνα. Το καμπαναριό που είναι χτισμένο σε ρυθμό μπαρόκ είναι μεταγενέστερο (1911). Το εσωτερικό του ναού σε ρυθμό μονόκλιτης βασιλικής είναι καλυμμένο με τοιχογραφίες μεγάλος μέρος από τις οποίες φιλοτέχνησε ο ντόπιος αγιογράφος Νεόφυτος, όπως διαβάζουμε στη Βικιπαίδεια.

Στη δεξιά πλευρά του ναού βρίσκεται το εικονοστάσι με την ασημένια εικόνα του Ταξιάρχη Μιχαήλ, που θεωρείται ο προστάτης άγιος του νησιού και ο προστάτης των ναυτικών στα Δωδεκάνησα. Η εικόνα έχει ύψος δύο μέτρα και η μορφή του Αγίου είναι καλυμμένη με φύλλα από ασήμι. Σύμφωνα με επιγραφή που υπάρχει πάνω στην εικόνα, αυτή φιλοτεχνήθηκε το 1724 από το τεχνίτη Ιωάννη τον Πελοποννήσιο ενώ υπάρχει ο θρύλος ότι η εικόνα εμφανίστηκε ως εκ θαύματος, αφαιρέθηκε και επανεμφανίστηκε στο ίδιο μέρος.

Το άλλο εκκλησάκι του Ταξιάρχη Μιχαήλ πάνω στο βουνό της Σύμης.

Στην επιστροφή προς την πόλη και πάνω στους πέτρινους λόφους συναντάμε το άλλο εκκλησάκι του Ταξιάρχη Μιχαήλ, για το οποίο μας είπαν ότι έχει πιο μεγάλη ιστορική παρουσία στο νησί και όπου ευλαβώς οι προσκυνητές αποθαύμασαν τα ιερά κομψοτεχνήματα, τα ξυλόγλυπτα, τις αγιογραφίες και τις εικόνες.

Μια περιήγηση στην “αγκαλιά” της πόλης

Η κάθοδος στη χώρα της Σύμης εντυπωσιακή και πρόσφορος για ωραίες φωτογραφίες από ψηλά. Στα σπίτια και στα μικρά ξενοδοχεία γύρω από τον κόλπο διαμένουν περίπου 2.600 μόνιμοι κάτοικοι, αρκετοί από τους οποίους είναι ξένοι, κυρίως Άγγλοι. το καλοκαίρι το νησί έχει υπερδιπλάσιο πληθυσμό.

Τα σπίτια και τα ανηφορικά σοκάκια γοητεύουν τους επισκέπτες, ενώ εξαιρετικά είναι και τα ντόπια εδέσματα. Αν δεν φάτε φάβα Σύμης και Συμιακό γαριδάκι θα έχετε χάσει πολλά. Τι να μας πουν οι διαφημιζόμενοι σεφ των τηλεοπτικών μαγειρείων;

Εδώ οι γεύσεις έχουν αυθεντικότητα και καθαρότητα σαν το αεράκι, που έρχεται από το βάθος του Γιαλού, του φυσικού κόλπου του νησιού, υπερνικώντας το ηλιόκαμα, που μέχρι τώρα επέμενε  να υπερθερμαίνει την φιλόξενη αγκαλιά της μικρής και γραφικής πόλης.