Πτωτική τάση σημειώνουν οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας, δείχνοντας ότι  επιστρέφουν στα προ κρίσης επίπεδα, κάτι στο οποίο συμβάλλουν οι Ανανεώσιμες Πηγές με αύξηση της παραγωγής αφού και οι καιρικές συνθήκες τις ευνοούν, ενώ ο ανταγωνισμός μεταξύ των παρόχων φαίνεται πως αποβαίνει προς όφελος των καταναλωτών.

Οι οικιακοί καταναλωτές βλέπουν τα πρώτα τιμολόγια να πέφτουν κάτω από το ποσό των 0,10 ευρώ την κιλοβατώρα, όπως προκύπτει από τον τιμοκατάλογο μιας εταιρείας, που  προσφέρει για πρώτη φορά σταθερό εξάμηνο τιμολόγιο στα 0,097 ευρώ την κιλοβατώρα.

Νωρίτερα σε αυτές τις εξελίξεις συνέβαλει η ΔΕΗ, η οποία πρώτη είχε δώσει φθηνή τιμή κιλοβατώρας, ουσιαστικά πυροδοτώντας τον ανταγωνισμό.

Οι θεαματικές  επιδόσεις της ΔΕΗ και η επιτάχυνση της μετάβασης στις ΑΠΕ για παραγωγή ενέργειας έδωσαν τον δημοσιονομικό χώρο στην κυβέρνηση για να παράσχει φθηνότερο αγροτικό ρεύμα, ενώ ταυτόχρονα εξυπηρετεί τους στόχους για την πράσινη ενεργειακή μετάβαση.

«Σε αντίθεση με πριν από 10-15 χρόνια, κάθε νέα μεγαβατώρα ηλιακής και αιολικής ενέργειας είναι πολύ φθηνότερη από οτιδήποτε άλλο», ανέφερε πρόσφατα ο διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ, Γιώργος Στάσσης, και οι αριθμοί αποδεικνύουν πως έχει δίκιο στην πράξη.

Με τις καιρικές συνθήκες του χειμώνα να ευνοούν την παραγωγή από φωτοβολταϊκά και αιολικά, καθώς υπάρχουν μεγάλα διαστήματα ηλιοφάνειας και μικρά διαστήματα άπνοιας, το μείγμα της παραγωγής αλλάζει θεαματικά.

Η συνεισφορά των ΑΠΕ στην παραγωγή ενέργειας στο 55%

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ), στο ημερήσιο ενεργειακό μείγμα της Αγοράς Επόμενης Ημέρας (ωριαία ανάλυση για την πλευρά της προσφοράς), την εβδομάδα που μας πέρασε, η συνεισφορά των ΑΠΕ στην παραγωγή ενέργειας έφτασε στο 55%. Κατά τα λοιπά, το 20,7% προήλθε από φυσικό αέριο, το 10,3% ήταν από εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας, το 4,1% από υδροηλεκτρικά, το 1,2% και το 2,2% από συμβατικές πηγές ενέργειας, ενώ η συνεισφορά του λιγνίτη μειώθηκε μόλις στο 6,4%.

Σε επίπεδο ημέρας, για την περασμένη Πέμπτη 15 Φεβρουαρίου, σύμφωνα με τα στατιστικά της ΡΑΕ, από τις περίπου 170.000 μεγαβατώρες που καταναλώθηκαν οι 93.357 ήταν από ΑΠΕ. Σε αυτό προσθέστε και τις 7.020 μεγαβατώρες που παρήγαγαν τα μεγάλα υδροηλεκτρικά εργοστάσια της χώρας. Στο ενεργειακό μείγμα της ημέρας συμμετείχε το φυσικό αέριο με 35.171 μεγαβατώρες, οι εισαγωγές 17.547 MW ρεύματος, ενώ ο λιγνίτης συμμετείχε μόλις με 10.893 MW.

 Σύμφωνα με στοιχεία του Ανεξάρτητου Διαχειριστή Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΑΔΜΗΕ), για το σύνολο του 2023 το μερίδιο των ΑΠΕ και των υδροηλεκτρικών, δηλαδή η παραγωγή καθαρής ηλεκτρικής ενέργειας, στην Ελλάδα εκτοξεύθηκε σε ιστορικό ρεκόρ, φτάνοντας στο 57% (έναντι 50,12% του 2022), ενώ αντίστοιχα το μερίδιο του λιγνίτη συρρικνώθηκε σε ιστορικό χαμηλό, στο 10,1%. Συνολικά, η παραγωγή από αιολικά, φωτοβολταϊκά και υδροηλεκτρικές μονάδες ξεπέρασε τις 25 TWh στο έτος.

Προχωρά γρήγορα και η απολιγνιτοποίηση της χώρας

Την ίδια ώρα, η απολιγνιτοποίηση της χώρας προχωρά ταχύτατα, κάτι που μπορεί να γίνει πιο σαφές συγκρίνοντας τη συμμετοχή του 10,1% που είχε το 2023 με το 54% που είχε το 2014.

Συνολικά, για το πρώτο δεκαπενθήμερο του Φεβρουαρίου η τιμή χονδρικής του ρεύματος συνεχίζει με ταχύτερους ρυθμούς την πτώση, στα 76,2 ευρώ ανά μεγαβατώρα από 93 ευρώ τον Ιανουάριο και 105 ευρώ τον Δεκέμβριο. Η τιμή αυτή είναι ονειρική, αν σκεφτεί κανείς ότι στη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας στη χονδρική είχε ξεπεράσει τα 400 ευρώ τη μεγαβατώρα, από 50 ευρώ που ήταν προτού ξεσπάσει η κρίση, τιμή που πλησιάζει σήμερα το Χρηματιστήριο Ενέργειας (ως μέση τιμή).

Αποκλιμάκωση τιμών και στο φυσικό αέριο

Παράλληλα σε τροχιά αποκλιμάκωσης βρίσκεται και η τιμή του συμβολαίου του φυσικού αερίου στο Χρηματιστήριο του Αμστερνταμ, με το σημείο αναφοράς του TTF στα συμβόλαια παράδοσης του Μαρτίου να κλείνουν την προηγούμενη Παρασκευή στα 26,8 ευρώ/MWh, τιμή μειωμένη κατά 1,17% σε σχέση με την προηγούμενη μέρα.

Όλα αυτά έχουν αντίκτυπο στη λιανική, στα τιμολόγια ρεύματος στους τελικούς καταναλωτές, που βλέπουν τις τιμές να αποκλιμακώνονται σταδιακά, όπως άλλωστε αναμενόταν, τάση που, εκτός συγκλονιστικού απροόπτου, θα συνεχιστεί με μεγαλύτερη ένταση όσο πλησιάζουμε στην άνοιξη.