Την επικίνδυνη τακτική των αντιφάσεων στο θέμα των μέτρων για τον κορωνοϊό συνεχίζει η κυβέρνηση με τον υπουργό Υγείας Θάνο Πλεύρη να ανακοινώνει χαλαρώσεις και την αναπληρώτρια Υπουργό Μίνα Γκάγκα να συνιστά προφυλάξεις, ενώ άλλοι επιστήμονες εκφράζουν απορία για το αλαλούμ, που προκαλείται.

Ο μεγαλύτερος κίνδυνος, τονίζουν, είναι να παίρνουν το μήνυμα της γενικής χαλάρωσης οι πολίτες, να μην τηρούν οποιοδήποτε μέτρο και να αυξάνονται καθημερινά οι θάνατοι στα νοσοκομεία, οι διασωληνωμένοι και οι εισαγωγές ασθενών.

Η εξάπλωση της Όμικρον και ειδικά του στελέχους 2 είναι αδιάκοπη και η κυβέρνηση προβάλλει την δικαιολογία ότι δεν προκαλεί σοβαρά συμπτώματα και νόσηση, αλλά τα στοιχεία από τα νοσοκομεία την διαψεύδουν, καθώς μάλιστα το 45% των διασωληνωμένων είναι πλήρως εμβολιασμένοι.

Προφανώς η κυβέρνηση θέλει να κάνει περικοπές δαπανών γιατί μόνο τα σελφ τεστ κοστίζουν 2 εκ. ευρώ την εβδομάδα, κάτι που την οδήγησε να τα καταργήσει στα σχολεία μετά το Πάσχα.

Όλα αυτά ωστόσο δείχνουν μια αλλοπρόσαλλη πολιτική, που κοστίζει στην υγεία των πολιτών και σπέρνει αβεβαιότητα για τα όσα θα ακολουθήσουν.

Μίνα Γκάγκα: Προσοχή και μέτρα προστασίας

Και ενώ ο κ. Πλεύρης επιμένει στη χαλάρωση έρχεται η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας Μίνα Γκάγκα, συνιστώντας να γιορτάσουμε το Πάσχα με προσοχή και μέτρα ατομικής προστασίας. Ο SARS-CoV-2 είναι ανθεκτικός και φροντίζει με τις παραλλαγές του να μας θυμίζει ότι βρίσκεται ανάμεσά μας.

«Το Πάσχα θα το γιορτάσουμε με τα ισχύοντα μέτρα, με προσοχή και με μάσκες στους κλειστούς χώρους. Θα βρεθούμε με τους αγαπημένους μας, θα γιορτάσουμε προσέχοντας τους μεγαλύτερους και πιο ευάλωτους. Και αν παρουσιάσουμε οποιοδήποτε ύποπτο σύμπτωμα θα απομονωθούμε, προστατεύοντας τον εαυτό μας και τους οικείους μας», τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας Μίνα Γκάγκα.

Τα βήματα για την επιστροφή στην κανονικότητα είναι σταδιακά και προσεκτικά και οι επιστήμονες παρακολουθούν στενά την επιδημιολογική κατάσταση.

«Ύστερα από δύο χρόνια, υγειονομικής, κοινωνικής και οικονομικής πίεσης», αναφέρει η κ. Γκάγκα, «όλοι έχουμε ανάγκη να χαλαρώσουμε. Οφείλουμε όμως να εξακολουθήσουμε να είμαστε προσεκτικοί, για τον εαυτό μας και για τους αγαπημένους μας, ιδίως αν αυτοί ανήκουν σε ευάλωτη ομάδα. Ο έλεγχος της πανδημίας βασίζεται από την πρώτη στιγμή στην ατομική ευθύνη – παράλληλα με τη συλλογική και την πολιτική. Χωρίς την συμβολή του καθένα από εμάς, δεν μπορεί να επιτευχθεί η διαχείριση της πανδημίας. Στη χώρα μας, το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού από την αρχή επέδειξε υψηλό αίσθημα κοινωνικής συνείδησης και ατομικής ευθύνης, τηρώντας τα μέτρα και κάνοντας το εμβόλιο. Γι’ αυτό πρέπει να ευχαριστήσουμε όλους αυτούς τους πολίτες για την προσπάθειά τους».

Η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας τονίζει ότι η κατάσταση παρακολουθείται στενά και οι αποφάσεις ακολουθούν τις επιστημονικές εισηγήσεις.

Η εμφάνιση μιας νέας παραλλαγής

Σχετικά με την εμφάνιση νέας μετάλλαξης του SARS-CoV-2 η κ. Γκάγκα αναφέρει ότι «η εμφάνιση μιας νέας παραλλαγής δεν μπορεί να προβλεφθεί, ούτε ως προς το χρόνο εμφάνισης ούτε βέβαια ως προς τη μεταδοτικότητα και τη νοσηρότητα.

Παρακολουθούμε την επιδημιολογική εξέλιξη τόσο στη χώρα μας όσο και στην Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο, ακούμε τις εισηγήσεις των επιστημονικών επιτροπών και προχωρούμε αναλόγως». Σε ό,τι αφορά το τέλος της πανδημίας, «είναι αδύνατο να γίνουν προβλέψεις», υπογραμμίζει η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας.

Αναφορικά με την προετοιμασία του ΕΣΥ για την αντιμετώπιση πιθανού κύματος πανδημίας το Φθινόπωρο, η κ. Γκάγκα τονίζει: «Το ΕΣΥ ανταπεξέρχεται σε πολλαπλά πανδημικά κύματα εδώ και δύο χρόνια. Η εμπειρία είναι πλέον μεγαλύτερη, ενώ το σύστημα έχει ενισχυθεί και θα ενισχυθεί περαιτέρω».

Προσθέτει ότι «η πανδημία ανέδειξε ακόμη πιο έντονα τη σημασία και αξία της συνεργασίας και της ομαδικής δουλειάς, επαναπροσδιόρισε τη σχέση γιατρού – ασθενούς και νοσηλευτή – ασθενούς και έβαλε ξανά στο επίκεντρο τη μεγάλη δύναμη του ΕΣΥ, που δεν είναι άλλη από τους ανθρώπους του. Για αυτούς τους ανθρώπους και για όλους τους πολίτες που εμπιστεύονται το δημόσιο σύστημα υγείας, σχεδιάζουμε και υλοποιούμε ένα νέο πιο ανθρώπινο, πιο ευέλικτο και πιο αποδοτικό ΕΣΥ».