Κάτω από έντονες αντιδράσεις για την υπόθεση του Δημήτρη Λιγνάδη, η προϊσταμένη της εισαγγελίας Εφετών Αθηνών εξετάζει όλα τα στοιχεία για την άσκηση έφεσης κατά της απόφασης του δικαστηρίου, κάτι, που σημαίνει ότι μπορεί να επαναληφθεί η εκδίκαση.

Με επείγουσα παραγγελία της η προϊσταμένη της Εισαγγελίας Εφετών της Αθήνας Μαρία Γκανέ ζήτησε την άμεση διαβίβαση των πρακτικών της δίκης Λιγνάδη και της απόφασης στην οποία κατέληξαν δικαστές και ένορκοι προκειμένου να τα μελετήσει και να εξετάσει το ενδεχόμενο άσκησης έφεσης.

Παράλληλα, ζήτησε από τον εισαγγελέα του μικτού ορκωτού δικαστηρίου Κων.Κούντρια να προχωρήσει άμεσα την υποβολή αναφοράς στην οποία θα αναγράφονται όλες οι εισηγήσεις του προς την έδρα για την ενοχή, τα ελαφρυντικά, τις ποινές και την αναστολή, αλλά και τις σχετικές αποφάσεις του δικαστηρίου με τις πλειοψηφίες και τις μειοψηφίες.

Εφόσον υποβληθούν τα σχετικά έγγραφα που ζήτησε η κα Γκανέ, η Εισαγγελία Εφετών θα αξιολογήσει το εάν η απόφαση ήταν επαρκώς αιτιολογημένη και θα αποφανθεί εάν πρέπει να ασκήσει έφεση.

Σημειώνεται ότι η κα Γκανέ, σύζυγος του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Ασπρογέρακα, θεωρείται ακριβοδίκαια και άτεγκτη εισαγγελική λειτουργός, της οποίας η απόφαση για επανάληψη της δίκης Λιγνάδη θα είναι πλήρως τεκμηριωμένη.

Το ύψος της ποινής και η αναστολή

Ουσιαστικά αυτό που θα εξετάσει η εισαγγελία Εφετών είναι όλες τις αποφάσεις που έλαβε το δικαστήριο και δεν ελήφθησαν με ομοφωνία και ο εισαγγελέας είχε διαφορετική άποψη.

Δηλαδή, θα εξετάσουν τον τρίτο βιασμό για τον οποίο ο εισαγγελέας είχε εισηγηθεί ενοχή και το δικαστήριο αθώωσε τον Λιγνάδη. Θα εξετάσουν επίσης το ύψος της ποινής, ο εισαγγελέας είχε εισηγηθεί 12 χρόνια για τον κάθε βιασμό, το δικαστήριο αποφάσισε 10 χρόνια για τον ένα βιασμό και 5 για τον δεύτερο για τον οποίο τον έκρινε ένοχο.

Τέλος θα εξεταστεί η αναστολή που έδωσε το δικαστήριο στην έφεση του Λιγνάδη, βάσει της οποίας βγαίνει από τη φυλακή. Υπενθυμίζεται ότι ο εισαγγελέας είχε εισηγηθεί να μην δοθεί στον Δημήτρη Λιγνάδη αναστολή έκτισης ποινής ως το Εφετείο κρίνοντας ότι είναι πιθανό να διαπράξει τα ίδια αδικήματα για τα οποία καταδικάστηκε.