Οριστικοποιήθηκε η ημερομηνία των εκλογών στην Τουρκίια με δήλωση του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν σε συνάντηση με νέους στην Προύσα,  όπου είπε ότι «όλα θα τελειώσουν» στις 14 Μαΐου, επιβεβαιώνοντας ότι αυτή θα είναι η ημερομηνία των εκλογών.

Το γραφείο του Τούρκου προέδρου έδωσε στη δημοσιότητα βίντεο με τον Ερντογάν να ανακοινώνει την ημερομηνία κατά τη διάρκεια συνάντησης με νεαρούς ψηφοφόρους στη βορειοδυτική επαρχία Προύσα αργά το Σάββατο.

“Θα κάνω χρήση της δικαιοδοσίας μου για να γίνουν οι εκλογές νωρίτερα στις 14 Μαΐου”, δήλωσε ο αρχηγός του τουρκικού κράτους κατά τη συνάντηση αυτή, διευκρινίζοντας ότι “δεν πρόκειται για πρόωρες εκλογές, αλλά για μια προσαρμογή προκειμένου να ληφθεί υπόψη η (ημερομηνία) των εξετάσεων”.

“Είμαι ευγνώμων στον Θεό που θα περπατήσουμε δίπλα-δίπλα με σας, τη νεολαία μας που ψηφίζει για πρώτη φορά, στις εκλογές που θα διεξαχθούν στις 14 Μαΐου”, είπε ο Ερντογάν απευθυνόμενος στους νέους αυτούς.

Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι θα δοθεί μάχη στήθος με στήθος στις κοινοβουλευτικές και τις προεδρικές εκλογές, που θα σηματοδοτήσουν τη μεγαλύτερη δοκιμασία του Ερντογάν κατά τη διάρκεια των δύο δεκαετιών που έχει τα ηνία της χώρας, η οποία είναι περιφερειακή στρατιωτική δύναμη, μέλος του ΝΑΤΟ και μεγάλη αναδυόμενη οικονομία της αγοράς.

Οι προεδρικές και βουλευτικές εκλογές στην Τουρκία ήταν προγραμματισμένες να διεξαχθούν στις 18 Ιουνίου, αλλά ο πρόεδρος Ερντογάν είχε δηλώσει πρωτύτερα ότι η ψηφοφορία θα μπορούσε να διεξαχθεί νωρίτερα.

Αξιωματούχος του κυβερνώντος κόμματος AKP είχε δηλώσει προηγουμένως ότι οι εκλογές τον Ιούνιο θα μπορούσαν να συμπέσουν με την περίοδο των καλοκαιρινών διακοπών όταν οι άνθρωποι ταξιδεύουν.

 Δύο γύροι εκλογών και εύνοια στους μεγάλους

H πρώτη φορά που έγιναν προεδρικές εκλογές στην Τουρκία με λαϊκή ψήφο ήταν μόλις το 2014. Ως τότε ο πρόεδρος της Δημοκρατίας εκλεγόταν έμμεσα, από την Εθνοσυνέλευση, και ο ρόλος του ήταν περισσότερο εθιμοτυπικός, παρά ουσιαστικός στην πολιτική ζωή.

To 2017 στην Τουρκία έγινε δημοψήφισμα για τη συνταγματική αναθεώρηση και τη μετατροπή του πολιτεύματος σε προεδρικό. Οι διατάξεις εγκρίθηκαν με μικρή διαφορά (το «ναι» συγκέντρωσε 51,41% και το «όχι» 48,59%) κι έτσι στα χέρια του προέδρου συγκεντρώνεται πλέον η εκτελεστική εξουσία.

Σύμφωνα με τον εκλογικό νόμο, προβλέπεται διαδικασία δύο γύρων αν κανείς από τους υποψήφιους δεν συγκεντρώσει τις μισές συν μία ψήφους από την πρώτη Κυριακή. Στον δεύτερο γύρο, βέβαια, συμμετέχουν μόνο οι πρώτοι δύο της πρώτης ψηφοφορίας. Ο Ερντογάν κέρδισε τις εκλογές το 2014 και το 2018 χωρίς να χρειαστεί δεύτερο γύρο (ποσοστό 51,79% το 2014 και 52,59% το 2018). Αυτή τη φορά, πάντως, αν πιστέψουμε τις ως τώρα δημοσκοπήσεις, όχι μόνο θα χρειαστεί δεύτερος γύρος, αλλά το αποτέλεσμα αναμένεται και ιδιαίτερα οριακό.

Στις 14 Μαϊου θα γίνουν και οι βουλευτικές εκλογές για την ανάδειξη των 600 μελών της Μεγάλης Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης. Ο αριθμός των βουλευτών αυξήθηκε το 2018 από 550 σε 600 λόγω και της πληθυσμιακής αύξησης.

H κατανομή των εδρών γίνεται με το σύστημα D’Hondt, το οποίο ευνοεί τα μεγάλα κόμματα και λειτουργεί ως εξής: Οι συνολικός αριθμός ψήφων που συγκέντρωσε ένα κόμμα σε μία εκλογική περιφέρεια διαιρείται, πρώτα με 1, μετά με 2, με 3, κοκ μέχρι τον αριθμό των εδρών που πρέπει να συμπληρωθούν.

Όριο εισόδου 7%: Το πιο μεγάλο παγκοσμίως

Η Τουρκία επί σχεδόν δύο δεκαετίες πορεύτηκε μ’ ένα στρεβλωτικό και θηριώδες 10% όριο εισόδου των κομμάτων στη βουλή, το οποίο είχε διπλό στόχο: Αφ’ ενός να δυσκολέψει αφάνταστα, ως και να αποκλείσει, την κοινοβουλευτική εκπροσώπηση κομμάτων της κουρδικής μειονότητας, κι αφ’ ετέρου να ενισχύσει τη λογική της χαμένης ψήφου, άρα και να αποθαρρύνει τη δημιουργία πολλών μικρών κομμάτων.

 

 

Οι συνέπειες αυτής της τακτικής ήταν τραγελαφικές. Το 2002, μάλιστα, τη χρονιά που το AKP του Ερντογάν κέρδισε τις πρώτες εκλογές, κατέλαβε σχεδόν τα 2/3 των εδρών της Εθνοσυνέλευσης (363/550) αν και συγκέντρωσε ποσοστό μόλις 34,28%. Κι αυτό, διότι πέρα από το παραδοσιακό CHP, κανένα άλλο από τα πέντε «μεγάλα» κόμματα που συμμετείχαν δεν κατάφερε να περάσει το όριο του 10%.

Στις εκλογές που έχουμε μπροστά μας το όριο έχει μειωθεί. Βρίσκεται πλέον στο 7%. Θεωρήθηκε μια σημαντική υποχώρηση από τον Ερντογάν, όχι όμως χωρίς υστεροβουλία: Βλέποντας στις δημοσκοπήσεις ότι πιθανότατα θα απωλέσει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία ως αυτόνομο κόμμα, προσπάθησε να διευκολύνει την κατάσταση για τον εταίρο του στον κυβερνητικό συνασπισμό, τον εθνικιστή Ντεβλέτ Μπαχτσελί του MHP. Ο Μπαχτσελί είχε συγκεντρώσει 11,90% στις προηγούμενες εκλογές του 2018 και θεωρητικά κινδύνευε.

Για να το κάνει ακόμα πιο δελεαστικό, ο Τούρκος πρόεδρος πέρασε διάταξη που στην ουσία καταργεί κι αυτό το όριο, αρκεί το κόμμα που συμμετέχει να έχει δηλώσει πριν τις εκλογές ότι συμμετέχει σ’ έναν συγκεκριμένο συνασπισμό. Αφού το MHP του Μπαχτσελί έχει ενταχθεί σε συνασπισμό με το AKP του Ερντογάν, θα μπορέσει να εκλέξει βουλευτές ακόμα κι αν δεν ξεπεράσει το 7%, αφού οι ψήφοι των συνασπισμών αθροίζονται στην τελική καταμέτρηση.

Το όριο, πάντως, ανέκαθεν δεν ίσχυε για τις ανεξάρτητες υποψηφιότητες. Γι’ αυτό και την τελευταία 20ετία αρκετοί υποψήφιοι της κουρδικής μειονότητας από τις νοτιοανατολικές επαρχίες δήλωναν ανεξάρτητοι, προκειμένου να εκλεγούν, αλλά η δύναμή τους στην Εθνοσυνέλευση ήταν μηδαμινή.

Αντίπαλος του Ερντογάν ο Ιμάμογλου;

Στο πρόσωπο του βασικού αντιπάλου του Ερντογάν συγκεντρώνεται όλο το ενδιαφέρον της εκλογικής αντιπαράθεσης στις προεδρικές εκλογές.

Η συμφωνία του παραδοσιακού CHP με το επίσης κεμαλικό IYI της Μεράλ Ακσενέρ να στηρίξουν το ίδιο πρόσωπο πριμοδοτεί τον δυνητικό υποψήφιο μ’ ένα ποσοστό που σύμφωνα με τις περισσότερες δημοσκοπήσεις ξεπερνάει το 40%.

Το ζήτημα είναι αν η λάμψη αυτού του προσώπου μπορεί να δώσει το κάτι παραπάνω, ώστε να πείσει τους υπόλοιπους να τον στηρίξουν απέναντι στον πανίσχυρο (και στο παρασκήνιο) Ερντογάν.

 

 

Η αντιπολίτευση δεν έχει ανοίξει τα χαρτιά της, περιμένει να ξεκαθαρίσει η κατάσταση με τον Εκρέμ Ιμάμογλου, που έχει καταδιαστεί σε διετή φυλάκιση και στέρηση πολτικών δικαιωμάτων, μια ποινή που ισχύει από τον περασμένο Δεκέμβριο. Αυτή την περίοδο εκδικάζεται σε δεύτερο βαθμό η υπόθεση.

Ο νυν δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης μοιάζει να είναι ένα από τα λίγα πρόσωπα που μπορούν να κοιτάξουν στα μάτια τον Ερντογάν και να τον νικήσουν.

Ως υποψήφιος της αντιπολίτευσης κατάφερε να κερδίσει τον πολυπληθέστερο μητροπολιτικό δήμο της χώρας και μάλιστα δύο φορές, αφού η πρώτη εκλογή ακυρώθηκε από τον Ερντογάν «λόγω παρατυπιών». Ο Ιμάμογλου είχε επικρατήσει με 13.000 ψήφους διαφορά. Λίγους μήνες αργότερα, επικράτησε με 800.000 ψήφους διαφορά.

Αν δεν είναι ο Ιμάμογλου υποψήφιος, τότε ποιος; Ο Κεμάλ Κιλιντσάρογλου, ηγέτης του CHP, είναι μια περίπτωση, αν και ο ίδιος λέει ότι θα ήθελε έναν πιο υπερκομματικό υποψήφιο, που να μην περιορίζεται στο κόμμα. Ο Αχμέτ Νταβούτογλου, πρώην πρωθυπουργός του Ερντογάν που τον εγκατέλειψε, θα ήταν μια ενδιαφέρουσα μάχη.

Μέχρι και η Τανσού Τσιλέρ, πρωθυπουργός την τριετία 1993-96 και 76 ετών σήμερα, έχει εκφράσει την επιθυμία να εκτεθεί εκλογικά.