Ένα από τα καλύτερα και πιο αυθεντικά άρθρα αυτών των ημερών για τον Κώστα Σημίτη είναι του Προκόπη Δούκα στην Athens Voice, όχι μόνο γιατί ο δημοσιογράφος γνώριζε από κοντά τον πρώην πρωθυπουργό, αλλά γιατί φωτίζει όλες τις πτυχές της ζωής του, της φιλοσοφίας του, των αδυναμιών και των λαθών του.
Η γραφή είναι αυθόρμητη και αυθεντική, ώστε να μην σε αφήνει να υποψιαστείς ότι κρύβεται κάποια ιδιοτέλεια, πέραν μιας ιδεολογικής συγγένειας προς τις απόψεις, που εξέφραζε ο Κώστας Σημίτης.
Γράφει ο Προκόπης Δούκας:
«Δρόμοι ζωής» ενός εκσυγχρονιστή ηγέτη
Αναρωτιέται κανείς πότε η ιστορία θα επαναλάβει αυτόν τον κύκλο
“Το 1996 είχα τσακωθεί με όλους τους πολιτικούς συντάκτες που γνώριζα: Επέμεναν οτι ο Άκης Τσοχατζόπουλος έχει τον μηχανισμό και τα «κουκιά» ώστε να εκλεγεί. Εγώ επέμενα οτι η κοινωνία και το κόμμα θα πίεζαν, ώστε να επιβληθεί η δουλειά και η σοβαρότητα, μετά την παρακμή, που χαρακτήρισε τους τελευταίους μήνες της ζωής του Ανδρέα Παπανδρέου.
Συνάντησα τον Κώστα Σημίτη δύο χρόνια μετά, στην καθιερωμένη δεξίωση στο Μαξίμου για τους εκπροσώπους του τύπου. Από κοντά αυτός ο συνεσταλμένος, αλλά αυστηρός, πολλές φορές, πολιτικός σου έδινε την εντύπωση οτι ζούσε σε έναν δικό του, παράλληλο κόσμο. Λίγους μήνες αργότερα, μου προκάλεσε το μεγαλύτερο καρδιοχτύπι πάνω στη δουλειά: Μετέφραζα απευθείας για την ΕΡΤ, όταν ανέβηκε στο βήμα της πανηγυρικής 50ής Συνόδου του ΝΑΤΟ, στη σκιά των βομβαρδισμών στη Γιουγκοσλαβία – και αντί να εκφωνήσει ένα τυπικό δίλεπτο, όπως όλοι οι ηγέτες, άρχισε να αφηγείται μια παραβολή, από το σκηνικό του εμφυλίου στην Ελλάδα. Για αρκετά δευτερόλεπτα, κανείς δεν καταλάβαινε «πού το πήγαινε».
Η πολιτική δεν είναι φανφάρες στο μπαλκόνι
Και μάλλον πολλές φορές, πολλοί δεν καταλάβαιναν «πού το πήγαινε», αυτός ο «επίμονος κηπουρός» της πολιτικής. Όχι γιατί δεν ήταν άνθρωπος της πιάτσας. Αλλά μάλλον γιατί δεν δεχόταν οτι η πολιτική είναι φανφάρες στο μπαλκόνι και στο στούντιο, παρέκκλιση δηλαδή από δημοκρατικές αρχές, προγράμματα, σχέδια, ουσία, πολιτικές. Ιδρυτικό μέλος του ΠΑΣΟΚ με αταλάντευτη αφοσίωση, αλλά ποτέ με ομαδοποιήσεις, ο «καθηγητής που έβαζε βόμβες», μπορούσε να είναι μειλίχιος και να ακούει τους πάντες, αλλά να μη δέχεται και μύγα στο σπαθί του. Η προγραμματική αντίθεση και η παραίτηση ήταν τα πιο συχνά του όπλα – και δεν ήταν μικροπολιτικοί ελιγμοί.
Ο χαρακτήρας του, η κοσμοθεωρία και η πράξη
Όλα αυτά τα αφηγείται στην πολιτική αυτοβιογραφία του, με τίτλο «Δρόμοι Ζωής», λίγο πριν κλείσει τα 80 του χρόνια. Οι καταβολές του και τα θραύσματα προσωπικής ζωής που παραθέτει, από τα νιάτα του εως την εκλογή του στην πρωθυπουργία της χώρας και την προεδρία του ΠΑΣΟΚ, το 1996, είναι από τις πιο ενδιαφέρουσες πλευρές του βιβλίου. Γιατί βοηθούν να εξηγηθεί ο χαρακτήρας, η κοσμοθεωρία και η συνεπακόλουθη πράξη.
Η αφήγηση του είναι γραμμική, απλή, κατανοητή, εξαντλητική μερικές φορές – και σίγουρα αποστασιοποιημένη, χωρίς εμπάθειες. Είναι σαφές οτι ο Κώστας Σημίτης θέλει να γράψει την ιστορία, όπως εκείνος την προσλαμβάνει. Να εξηγήσει, ενδεχομένως σε συνοδοιπόρους του, κάποιες από τις κινήσεις της πολυκύμαντης πολιτικής του διαδρομής. Να περιγράψει στους σημερινούς αναγνώστες πώς ήταν η Ελλάδα και πώς άλλαξε. Να βοηθήσει να βρούμε το δρόμο μας ως κοινωνία. Δεν γράφει μυθιστόρημα, αφήνει παρακαταθήκες.
Υπερασπίζεται τις επιλογές του με πάθος
Ο Κώστας Σημίτης υπερασπίζεται τις επιλογές του με πάθος, αλλά μοιάζει πολλές φορές και να απολογείται στον ιστορικό του μέλλοντος: Ναι μεν η διακυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του ’80 υποκατέστησε ένα τρικοσμικό και εμφυλιακό κράτος της δεξιάς, που χαρακτηρίστηκε από διώξεις και αδικίες, αλλά δεν θέλησε να επιβάλει έναν μηχανισμό αξιοκρατίας, ώστε οι ανισότητες να μην αντικατασταθούν από ισοπεδωτική επικράτηση της μετριότητας. Χαρακτηριστικό είναι ένα από τα πολλά επεισόδια που διηγείται:
[Υπουργός και μέλος του Εκτελεστικού Γραφείου υποστήριζε, εκείνη την εποχή, οτι δεν θα έπρεπε να απαιτείται η γνώση ξένης γλώσσα από τους νεοπροσλαμβανόμενους υπαλλήλους της Διπλωματικής Υπηρεσίας! Η απαίτηση των δύο γλωσσών ευνοούσε, κατά την άποψη του, τα παιδιά των μεγαλοαστών. Θεωρούσε λοιπόν σημαντικότερο ζήτημα την κατάργηση των προσόντων, εν ονόματι της ισότητας. Στην πραγματικότητα, όμως, επιδίωκε να διευρύνει τον κύκλο των εξυπηρετήσεων τις οποίες θα μπορούσε να παρέχει].
Ο Κώστας Σημίτης στηλιτεύει με κάθε ευκαιρία τις αντιδημοκρατικές πρακτικές, τον συντεχνιασμό και τον πελατειασμό, τον οπαδικό ανταγωνισμό και την εχθρότητα, το «συντηρητικό βαθύ» όπως το αποκαλεί. Διαβάζοντας τον, περνάνε μπροστά από τα μάτια σου όλες οι παθογένειες της Ελλάδας, όλη η υστέρηση της χώρας τις τελευταίες δεκαετίες. Έμβλημα του ήταν το σύστημα, με την έννοια που έπρεπε να αναζητά η Ελλάδα: Αυτήν του συστηματικού πολιτικού άνδρα- και όχι του «συστημικού», όπως αρέσκεται να αφορίζει η καφενειακή μας επιπολαιότητα.
Ευρωπαϊστής από την έναρξη της πορείας του, ακόμα κι όταν ηχούσαν τα λαϊκίστικα συνθήματα «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο» και «να φύγουν οι βάσεις του θανάτου» (που έφυγαν από μόνες τους, αφού είχε υπογραφεί μια ακόμα παράταση της συμφωνίας παραμονής τους), επεδίωξε πάντοτε την αναβάθμιση της χώρας, μέσα από την ευρωπαϊκή συνεργασία. Πάντοτε «αντάρτης», από την εποχή του ομίλου Παπαναστασίου και της «Δημοκρατικής Άμυνας», κατηγορήθηκε συχνά ως «σοσιαλδημοκράτης» και «δεξιός», εν μέσω πομφολύγων του «τριτοδρομικού» ΠΑΣΟΚ.