Σε κοινή γραμμή βρίσκονται Αθήνα και Λευκωσία, λίγο πριν την συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν στη Νέα Υόρκη, με στόχο την επανεκκίνηση στων συνομιλιών για το Κυπριακό.

«Ελλάδα και Κύπρος είναι δύο χώρες – πυλώνες σταθερότητας σε μία πολύ ταραγμένη γεωπολιτικά περιοχή του πλανήτη», τόνισε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. «Η παρούσα κατάσταση πραγμάτων δεν αποτελεί τη λύση», υπογράμμισε ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Χριστοδουλίδης.

Η Αθήνα και η Λευκωσία πιέζουν για την επανέναρξη του διαλόγου για το Κυπριακό, εν πρώτοις σε τριμερές επίπεδο, μεταξύ του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες, του κ. Νίκου Χριστοδουλίδηκαι του Τουρκοκύπριου ηγέτη, Ερσίν Τατάρ.

Υπάρχει πράγματι μια σχετικά ευνοϊκή συγκυρία, αναφέρουν διπλωματικές πηγές. Πρώτον διότι είναι καλύτερο το κλίμα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις– είναι κάτι που το είπε σήμερα και ο κ. Χριστοδουλίδης. Δεύτερον, καθώς τα Ηνωμένα Έθνη έχουν καταστήσει το Κυπριακό ξανά, έπειτα από αρκετά χρόνια, προτεραιότητα.

Το γεγονός ότι θα βρεθούν στη Νέα Υόρκη όλοι οι εμπλεκόμενοι «παίκτες» είναι από μόνο του ενθαρρυντικό, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι Κυριάκος Μητσοτάκης και Νίκος Χριστοδουλίδης βάζουν στο τραπέζι και τη γεωπολιτική διάσταση του ζητήματος, τονίζοντας ότι εν μέσω της όλης αναταραχής στην ευρύτερη περιοχή η λύση του Κυπριακού καθίσταται ακόμα πιο επιτακτική.

Ωστόσο, «η μπάλα είναι στο γήπεδο» της Τουρκίας. Είτε θα πρέπει να κάνει πίσω από τις διχοτομικές θέσεις της, είτε να επωμιστεί την ευθύνη για την παράταση της εκκρεμότητας.

Τι αναμένεται από την συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν

Εν αναμονή της ανακοίνωσης της ημέρας που θα συναντηθούν στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, Κυριάκος Μητσοτάκης και Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αναμένεται η επιβεβαίωση ότι οι δίαυλοι επικοινωνίας παραμένουν ανοικτοί και ότι υπάρχει διάθεση για παράταση του κλίματος ηρεμίας στις διμερείς σχέσεις».

Το ζήτημα είναι αν υπάρχουν οι προϋποθέσεις ώστε οι δύο ηγέτες να δώσουν εντολή στους δύο υπουργούς Εξωτερικών να ξεκινήσουν τις διαδικασίες προκειμένου να συζητηθούν τα ουσιώδη – δηλαδή η νομική διαφορά που αναγνωρίζει η Αθήνα, την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών.

Αξίζει ακόμη να αναφερθεί πως ο ελληνοτουρκικός διάλογος είναι μια διαδικασία δυναμική και εξαρτάται από διάφορες παραμέτρους. Παράδειγμα αποτελούν οι τελευταίες εξελίξεις στο μεταναστευτικό, το οποίο βρίσκεται ξανά στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας, με τις δύο πλευρές ενδεχομένως να χρειάζεται να συνεργαστούν σε υψηλό επίπεδο.

Για τον αγωγό διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ

Οι κ.κ. Μητσοτάκης και Χριστοδουλίδης συζήτησαν επίσης για την εξέλιξη του έργου της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ (Great Sea Interconnector – GSI), η υλοποίηση του οποίου έχει ιδιαίτερη σημασία  από ενεργειακής, αλλά και γεωπολιτικής απόψεως.

Εκτός από την ελληνοτουρκική αντιπαράθεση που ξέσπασε τον περασμένο Ιούλιο για την πόντιση του καλωδίου, νοτίως της Κάσου στα διεθνή ύδατα, υπήρξαν διαφορές επίσης μεταξύ Κύπρου και Ελλάδας για τις οικονομικές συμφωνίες που αφορούν το 1.9 δις ευρώ κόστος που θα προϋπολογίζεται να έχει το έργο.

Αυτό πρόκειται να χρηματοδοτηθεί κατά 30% από τη ΕΕ και να κατασκευαστεί από την γαλλική εταιρία Nexans.

Για τα τεχνικά και οικονομικά χαρακτηριστικά του GSI, το πως αν ολοκληρωθεί το έργο θα πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα καλώδια ηλεκτρικής διασύνδεσης διεθνώς, μια και θα απλώνεται σε 898 χλ, για να συνδέσει την Κρήτη με την Κύπρο και σε άλλα 310 εφόσον ο GSI προχωρήσει για να συμπεριλάβει και το Ισραήλ (σύνολο 1208 χλμ), τις γεωπολιτικές πτυχές του, αλλά και το ενδιαφέρον που έχουν τρίτες πλευρές μίλησε ο Αν. καθηγητής της Πολυτεχνικής Σχολής στο Πανεπιστήμιο Frederick, ειδικευόμενος σε θέματα βιώσιμης ενέργειας, Πάρις Φωκαΐδης.

Ο ίδιος επισήμανε επίσης, αφενός το πως θα ξεπεραστούν οι διαφορές μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου και αφετέρου το κατά πόσον οι τρίτες πλευρές που ενδιαφέρονται για το έργο (Ευρωπαϊκή Ένωση, Γαλλία, ΗΠΑ, Ισραήλ) θα βοηθήσουν ενεργά στην αντιμετώπιση μιας τυχόν επανάληψης των τουρκικών αντιδράσεων.